
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα ωραίο κουνουπίδι, άσπρο τρυφερό, μόλις είχε τελειώσει το σχολείο του και πήγαινε για το σπίτι, ώσπου ξαφνικά συνάντησε μια αχλαδιά που έκανε ηλιοθεραπεία και τη ρώτησε αν είχε δει πουθενά τη μαμά του γιατί ήθελε να της πει πως η δασκάλα του έβαλε καλό βαθμό, εκείνη αποκρίθηκε πως δεν είχε ιδέα και συνέχισε να πίνει αμέριμνη το μαρτίνι της, και το κουνουπιδάκι άρχισε να κατρακυλά στο καταπράσινο λιβάδι ώσπου σκουντούφλησε σε έναν κουλουριασμένο σκατζοχοιράκο, «άουτς» έκανε, στα ψέμματα βέβαια γιατί τα κουνουπίδια δεν πονάνε, ο σκατζόχοιρος ξύπνησε, τεντώθηκε, χασμουρήθηκε, κοίταξε το κουνουπίδι με μισό μάτι, που του είχε χαλάσει τον ύπνο, με το άλλο μισό κοίταξε ένα δελτίο του τζόκερ που το είχε αφήσει μισοτελειωμένο, έβγαλε μια πένα Montblanc από την κωλότσεπη και συμπλήρωσε και το ύπολοιπο δελτίο, «να, πάρτο» είπε στο κουνουπιδάκι, «τι να το κάνω;» ρώτησε αυτό, «να το παίξεις για να κερδίσεις πολλά λεφτά και ν’ αγοράσεις μια κόκκινη Φερράρι, τι άλλο;», «εντάξει, αλλά μήπως είδατε τη μαμά μου;», «δεν έχω ιδέα, πως είναι η μαμά σου;», «πολύ όμορφη!» απάντησε εκείνο, «μπα... θα την είχα προσέξει, γιατί δεν ρωτάς τον κυρ-Θανάση που τους προσέχει όλους;», «εντάξει, γειά σας» και βάλθηκε να τρέχει προς το σπίτι του κυρ-Θανάση που ήταν ένας μεγάλος ωραίος βραχόκηπος και στη μέση είχε κι ένα συντριβάνι, που έκανε συνέχεια «γκλ, γκλ, φλοπ, γκλ, πλοφ», «κύριε Θανάση είδατε τη μαμά μου;», «ναι παιδί μου, γκλ, γκλ, πλοφ, πήγε με τη φίλη της την Κολοκύθα, πλοφ, στην αγορά για ψώνια, γκλ, γκλ, φλοπ, γκλ, γκρ, κρρ, ρκρρ, πλοφ, φτου!», «φχαριστώ» έτρεχε χαρούμενο προς την αγορά, στο δρόμο προσπέρασε με ζηλευτή δεξιοτεχνία χορεύοντας, ένα τρακτέρ, δυο πικροδάφνες, κάτι τουρίστες φοίνικες, ένα χελιδονόψαρο σε μυστική αποστολή, δυο κάδους απορριμάτων που είχαν πιάσει κουβέντα για το μπάσκετ, έτρεχε, έτρεχε, συνάντησε κι έναν αστυνομικό που σφύριζε «φρρ, φρρρ...» για να μην τρακάρουν μεταξύ τους τα βελανίδια που είχαν σκορπιστεί δεξιά κι αριστερά, «κύριε αστυνομικέ, μήπως...», «φρρ, φρρρ...», «καλά, δεν πειράζει θα τη βρώ μόνος μου», έτρεχε, χοροπηδούσε, του πέσανε από τη σάκα του όλα τα μολύβια, κίτρινα, μπλε, μωβ, καφέ, άσπρα, «άσπρα;», «ναι άσπρα», «καλά...» έτρεχε και πλησίαζε προς τη μεγάλη πλατεία με τα αερόστατα που περίμεναν στην ουρά να γεμίσουν βενζίνη, «τα αερόστατα;», «... ...», «καλά ντε», έτρεχε, και τότε είδε μια τεράστια χοντρή πορτοκαλί κολοκύθα που ήξερε πως ήταν η φίλη της μαμάς του γιατί τις είχε δεί που ψωνίζανε μαζί φουστάνια, και φώναξε «μαμά, μαμά» και η μαμά του εμφανίστηκε καμαρωτή καμαρωτή πίσω από την κολοκύθα και το μικρό κουνουπιδάκι έτρεξε στην αγκαλιά της και παραλίγο να πέσουν και οι δύο κάτω και βάλανε τα γέλια και αγκαλιάζονταν ξανά και ξανά, και ξέχασε να της πει για τη δασκάλα και τον καλό βαθμό που πήρε, αλλά θυμήθηκε το τζόκερ και πήγανε οι τρεις τους στο ειδικό μηχάνημα που βάζεις τα τζόκερ που κερδίζουν, και το βάλανε, και το μηχάνημα άρχισε να κάνει «κρ, κρ, πακ, πακ, κρ, τζζζ, βλβλ, κρ» και τότε ανάψανε όλα του τα λαμπάκια, κόκκινα, πράσινα, μπλε, κίτρινα, φούξια, μαύρα, «μαύρα;», «ναι ρε παιδάκι μου, μαύρα, αφού ήταν ειδικό μηχάνημα σου λέω», «εντάξει», και ανάψανε που λες όλα τα λαμπάκια και άρχισε να κάνει ίου ίου ντονγκ ντονγκ, και άνοιξε ένα πορτάκι στο πλάι και άρχισαν να τρέχουν λεφτά από μέσα, πολλά λεφτά, χιλιάδες λεφτά, εκατομμύρια λεφτά, τρισεκατομμύρια λεφτά, «χι, χι..», ναι και που λες, πήραν όλα αυτά τα άπειρα λεφτά και πήγαν στο διπλανό κατάστημα που πούλαγε αυτοκίνητα και πήραν μια κατακόκκινη φερράρι, κι έδωσαν μερικά και στην κολοκύθα τη φίλη τους που πήρε ένα μπεζ χιουντάι, και πήγε σπίτι της να του κρεμάσει αρκουδάκια και γκάρφιλντ στα τζάμια και σταυρουδάκια στον καθρέφτη, κι η μαμά με το μικρό κουνουπιδάκι χάθηκαν στον ορίζοντα, ζβίιιιν, γιατί έτρεχε η φερράρι γρήγορα, και... και... έτρεχαν, και... βζίιιιν, και η φερράρι, και... αυτά...
...... ?
Και ζήσαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα!
...... :(
Σου άρεσε;
Μπαμπά...;
Τι;
Τι είναι το μοντμπλάνκ;
......
(τι; μόνο αυτός θα λέει δηλαδή ωραία παραμύθια;)
.
.
.
.
.
.
.
...... ?

...... :(
Σου άρεσε;
Μπαμπά...;
Τι;
Τι είναι το μοντμπλάνκ;
......
(τι; μόνο αυτός θα λέει δηλαδή ωραία παραμύθια;)
.
.
.
.
.
.
.
Labels: brain-fuck, humour, images
42 Comments:
Subscribe to:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
ενταξει ενταξει. ωραια παραμυθι + απο φαντασια ξεχειλιζετε! αλλα γιατι τα κουνουπιδια μπορουν να μιλανε και οχι να πονανε?? :ΡΡ
ΥΓ: ο τιτλος δεν καταλαβα πως προεκυψε. αλλα στα παραμυθια δεν ειναι απαραιτητο να τα καταλαβαινουμε ολα!! ε?
Όχι τίποτε άλλο, να μας δώσετε κι εμάς λίγο!
Σοβαρά τώρα, πολύ πολύ ωραία ιστοριούλα. Είμαι βέβαιος οτι όταν έρθει εκείνη η στιγμή (γερός να είστε) θα την χαρεί απίστευτα ο πιτσιρικάς σας....
Την καλησπέρα μου.
(δηλαδή να υποθέσω οτι δεν θα συναντηθούμε τελικά στην αντιπροσωπεία της Ferrari ε? γμτ....)
μα, ο τίτλος αγαπητή μου,
ο τίτλος....
"μπαμπα, τι σημαίνει τους στοίχησε ο κούκος αηδόνι;' - θα πει ο κούκος βάζει να στοιχηθούν τα αηδόνια
το μον μπλαν είναι το φονικό όργανο του κάθε συγγραφέως κουνουπιδιών, είναι το σωτήριο όργανο του κάθε τυχοδιώχτη που παίζει τζόκερ,
είναι το λευκό κεφαλάκι του κουνουπιδιού που μοιάζει με λοφάκι
είναι και το δικό μου στυλό, παρμπλέ, που αν δεν είναι μονμπλαν εγώ δεν υπογράφω το μηνιαίο εισόδημα των διαφόρων υπηρετών της επαύλεώς μου....
ΠΑΝΤΩς ΤΙ ΙΣΤΟΡΙΑ!
ΘΕΛΩ ΚΑΙ ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΕ ΚΛΩΣΣΑ, ΔΙΟΤΙ ΝΙΏΘΩ ΣΙΓΑ ΣΙΓΑ ΝΑ ΤΑΥΤΙΖΟΜΑΙ...
γίνεται;
να το πω στα παιδακια μου στο σχολειο
αλλα θα αλλαξω τον τιτλο
ενα παραμυθι με τιτλο μοντμπλανκ
δε νομιζω να με ακουσει κανενα
εύχομαι να απολαμβάνεις ό,τι σου συμβαινει...
Δεύτερο, καταπληκτική τεχνική, αν είδα καλά δεν έχεις βάλει ούτε μια τελεία. Χρόνια το παλεύω.
Τρίτο, σας βλέπω κάθε, μα κάθε, βράδυ να στεγνώνει το στόμα σας από το λέγε-λέγε. Τη συγκεκριμένη πανέμορφη ιστορία μπορεί να την επαναλάβετε και 1865 φορές!
Τέταρτο, χρειαζόταν και κανένα λαχανικό γιατί από τον πολύ spy στο φούρνο η χοληστερίνη μας είχε χτυπήσει τιλτ.
Πέμπτο, τι ωραία οικολογική και vegeterian ιστορία, spy! και χωρίς σταγόνα αίμα.
Κρατήστε αυτή τη διάθεση. Μ' αρέσει πολύ!
Τώρα όμως συγκεντρωθείτε γιατί παίζετε στον τελικό με τον Ευγένιο Αρανίτση.
Σελιτσάνος.
(Ελπίζω μετά από αυτό το σχόλιο,να μη μου στείλει ο Κοπολόζος καμμιά απέθαντη φάλαινα στον κήπο μου και μου φάει τα κουνουπίδια...)
Eίναι απαραίτητο να τα καταλαβαίνουμε όλα. Αλλιώς δεν πετυχαίνουν τον σκοπό τους. Απλώς δεν είναι απαραίτητο να είναι όλα λογικοφανή. Και έτσι κι αλλιώς η -abttha παρακάτω σας απάντησε.
@ eric draven:
Παίρνω ανάποδες.
Αλλά δεν μπορώ να σας δώσω. Πρέπει να τις πάρετε μόνος σας, όταν βρείτε που είναι...
(μπαααα....)
@ abttha:
Συνήθως δεν εκτελούμε παραγγελίες, αλλά αφήστε μου λίγο χρόνο να δω τι μπορώ να κάνω.
Σας ευχαριστώ πάντως για την εξήγηση προς την Alicia και κάθε άλλον ενδιαφερόμενο.
@ ola kala:
Αλλάξτε τον τίτλο κατά βούληση. Αλλά αυτός που θα βρείτε θα πρέπει να εμπεριέχει εξίσου πομπώδη ματαιοδοξία...
Κι έλεγα που χάθηκες τόσο καιρό...
(μήπως να στα τυπώνω και να σου τα ταχυδρομώ;)
@ elf:
Προπονούμαι στα δύσκολα από τώρα. Μη με βρει η καταιγίδα, χωρίς ομπρέλλα...
@ Σελιτσάνος:
Ο maitre είναι ανώτερος άνθρωπος και δεν θα σας κρατήσει κακία για το κολακευτικό σας σχόλιο.
(μπούρδες σας απαντώ όπως καταλαβαίνετε για να μην μου στείλει εμένα...)
@ κ.κ.μοίρης:
Προπόνηση είναι αγαπητέ μου.
Προβλέπω το μέλλον όπως καταλαβαίνετε.
(πάω να παίξω τζόκερ τώρα...)
τα μικρά γνωρίζουν καλυτερα τις μαρκες απο εμενα!
Είχα πολύ καιρό να μαγειρέψω κουνουπίδι (...)
Μία το post με τον ψητό Spy, μία αυτό ,
να γράψετε κι άλλα τέτοια παρακαλώ , να εμπνευστώ και να τους απο-gourmet-ώσω όλους στο σπίτι...
Υ.Γ.
Δεν κατάλαβα ακόμη τι είναι το "μοντμπλανκ"..
..τρώγεται?...
φιλιά βρόχινα...
Κάτι πρέπει να έχει αυτή η πένα και χαλάει τους ανθρώπους...
(πάντως, με τέτοιο μυαλό, το φασολάκι είναι ένα τυχερό φασολάκι)
ξέρετε να κρατάτε τους αναγνώστες σας σε εγρήγορση, κύριε spy, και να τους μπερδεύετε με τους τίτλους που βάζετε...
στην ινδιάνικη διάλεκτο το κουνουπίδι σας θα λεγόταν "το ζαρζαβατικό που ζει στο άσπρο βουνό";
την καληνύχτα μου
Φαντάζομαι είστε χαρούμενος που ξεφορτωθήκατε πλήθος αναγνωστών σας με τις βλακείες που γράφετε. Τώρα θα πρέπει να γράψετε ένα ωραίο κείμενο για να τους ξανακερδίσετε.
Και περνάει όμορφα, έτσι, ο καιρός...
Οπως και να χει, καλο μηνα, και ευχομαι να ειστε καλα!!!
Τα μικρά γνωρίζουν καλύτερα από όλους μας, έτσι κι αλλιώς.
@ diva:
Kαι μου έκλεισε η μύτη.
(καταραμένο συνάχι...)
@ madame_obscure:
Μια πένα είναι. Αλλά διαβάστε καλύτερα το τρίτο σχόλιο. Θα καταλάβετε περισσότερα.
Για να εγχύσεις μελάνι...
Τι όμορφη έκφραση.
Σας ευχαριστώ.
@ apos:
Ιστορία έχει αυτή η πένα.
Και ματαιοδοξία.
Αφήστε, δράμα...
@ bright Φω:
Δεν ξέρω αν τους κρατώ σε εκγρήγορση, προσπαθώ όμως να τους κρατώ σε οριζόντια ανάγνωση και όχι διαγώνια...
Κάποτε, κάποτε τα καταφέρνω.
Tο κουνουπιδάκι δεν διατρέχει κίνδυνο. Αυτές οι φερράρι είναι ειδικές για τις ευαίσθητες αυτές ηλικίες. Δεν τις πουλάει η κανονική αντιπροσωπεία. Τις πουλάνε κάποιοι εκδοτικοί οίκοι για να τις δωρίζεις σ εμικρά παιδιά. Γι αυτό και δεν κρεμάς τίποτε στο καθρεφτάκι τους.
@ aura:
Κι εσάς γιατί δεν σας ξεφορτώθηκα;
Είστε τόσο μαζόχας πια;
@ Λου:
Να μας τη διηγηθείτε, γιατί όχι;
Είχαμε τόσο καιρό να ακούσουμε νέα σας. Μην κάνετε τσιγγουνιές...
@ Cleareaching:
Υπερβάλλετε ελαφρώς, αλλά μου χαρίσατε ένα ωραίο χαμόγελο, οπότε σας συγχωρώ.
Καλό μήνα.
Υ.Γ. Ή που κάνετε προπόνηση για το μπομπιράκι που περιμένετε.. ή που ήπιατε πολύ γκαζόζα στο πάρτι του βλογ μου! Όπως και να 'χει, ήταν πολύ ωραίο το παραμύθι σας!
Α! και να θυμάστε ότι τα παραμύθια έχουν πάντα ευχάριστο τέλος.
Πολύ καλό.
Υγ Αφήνει και τα σημάδια του ο kopoloso
Δεν είμαστε ‘λαχανάκια’ εμείς
Σπέρες!!
φιλιάαα :*
Τώρα να σας πω πως κατάλαβα;
Ψέμματα θα σας πω και δεν θέλω.
@ shadowface:
Ε, δεν ήταν ακριβώς αυτό το μήνυμα που ήθελα να περάσω, αλλά από κάπου πρέπει να ξεκινάμε, ε;
Καλωσήρθατε.
@ manetarius:
Προπόνηση κάνω, μην ανησυχείτε.
(τι είναι η γκαζόζα; είμαι από την Αγγλία και δεν καταλαβαίνω...)
@ aura:
Εντάξει, δε λέω...
Αλλά γιατί;
(πάντως αν πρέπει, προτιμώ εσάς)
Αγαπητή marketeer mother,
Προφανώς, όπως γνωρίζετε, το παραμύθι αυτό δεν το άκουσε (ακόμα) κανένα παιδί, διότι δεν έχει έλθει στον κόσμο ακόμα. Οπότε τα brands κάτι άλλο εξυπηρετούν.
Όποτε με το καλό έλθει το παιδάκι, πιστέψτε με, θα το παραλλάξω.
Ή θα γράψω άλλο.
(μέχρι να μεγαλώσει λίγο, διότι μετά θα του διαβάζω τα δικά σας)
@ k@terin@:
Γιατί; Η Κοκκινοσκουφίτσα έχει λιγότερη βία δηλαδή;
@ island:
Κάλλιο να σου βγει το μάτι παρά το...
Ουπς!
Νάτο το splatter!
@ Απατεώνες:
Γιατί; Τόσο καιρό τι κάνω;
Φυσικά και μπορείτε!
Αλλά γιατί να το κάνετε;
Αφού γράφετε και τόσες πανέμορφες λέξεις που δεν υπάρχουν...
@ Naf:
Στο επόμενο παιδί...
@ βιολιστής στη στέγη:
Προφανώς έχετε μπερδέψει λίγο τα ποστ. Στο προηγούμενο είχαμε συνταγή. Σ' αυτό έχουμε σινεμά.
(συγχωρείστε βέβαια, αφού το μυαλό σας είναι ακόμα στη Νέα Υόρκη...)
@ Gi Gaga Kouni Beli:
Άμα το είχα άκαφτο(?) δεν θα είχα blog.
Το διάβασα εντελώς με την μια.
Το μικρό κατασκοπάκι δεν θα πλήξει ποτέ.
υγ. εγώ γιατί δεν μπορώ να πω παραμύθια;
Άμα είναι να στίβω το κεφάλι μου εγώ κάθε μέρα για να εφευρίσκω τέτοια, ίσως το αφήσω να πλήξει και λίγο...
@ masterpcm:
Eίναι αυτό που έχει τέσσερεις ρόδες, τιμόνι, μεγάλο (πολύ μεγάλο) κινητήρα, κι ένα αλογάκι στον κώλο.
Eντάξει;
@ mamma:
Έχετε προσπαθήσει;
Aληθινά εννοώ...