κι είπα τρυφερά "καληνύχτα" στον αγαπημένο μου διακόπτη.
(zzz zzz... ... ...)
.
Οπότε, μην αντέχοντας άλλο να εκσφενδονίζω τα θρύψαλα που είχαν απομείνει εκεί που κάποτε κατοικούσε ο εγκέφαλός μου, κι αυτά να κάνουν “πονγκ-πονγκ” στους μουντούς γκρι τοίχους και να σκορπίζονται σε χίλιες κατευθύνσεις, πήρα τη θαρραλέα απόφαση να γίνω αστροναύτης.
Το μετάνιωσα γρήγορα. Τα σεμινάρια στην NASA είχαν κόστος ανά ημέρα όσο και τα πέντε σπίτια μου μαζί. “Δεν πειράζει, θα γίνω Spiderman!” ελίχθηκα γρήγορα και έξυπνα. Έτσι κι αλλιώς ο Άκης πάντα μου έλεγε όταν ήμασταν δεκαπέντε χρονών πως: “no matter what (ήταν η προσφιλής του έκφραση από τότε που πήρε το Lower) είναι το καλύτερο επάγγελμα του κόσμου” και τώρα που εκείνος έχει πεθάνει, ποιος άλλος έμεινε για να σώσει τον κόσμο;
Κατάπια αστραπιαία ένα από αυτά τα πράσινα χάπια που είναι ειδικά για τέτοιες περιστάσεις, έκανα “τα-νταχ!” (αν και ήμουν σίγουρος πως αυτό είναι από αλλού), και σκαρφάλωσα με τα τέσσερα στον δεξί τοίχο του δωματίου. Αυτοσυγκεντρώθηκα.
(αυτό ήταν εκνευριστικά δύσκολο για έναν τύπο με το δικό μου μυαλό, αλλά απ’ την άλλη τα πράσινα χαπάκια κάνουν θαύματα…)
Είχα προγραμματίσει τον υπολογιστή να παίξει με καθυστέρηση δύο λεπτών ένα φοβερό mp3 που είχα κατεβάσει από το soundtrack μιας ταινίας του Ντέιβιντ Φίντσερ, και μόλις το πομπώδες κρεσέντο κορυφωνόταν τίναξα το κορμί μου στον απέναντι τοίχο τον οποίο διέλυσα χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια, κι ετοιμάστηκα να ξεχυθώ για να πολεμήσω το κακό σε κάθε του μορφή και να γίνω ένας σύγχρονος ήρωας.
Βέβαια μόλις καταλάγιασε ο κουρνιαχτός και τα εξωτικά φύλλα που είχαν σκορπιστεί ολούθε μετατράπηκαν σε ένα άγριο πράσινο χαλί, μπόρεσα να πάρω χωρίς περιθώριο αμφιβολίας μια άγρια πρόγευση από τον νέο μου ρόλο, οπότε και έκανα μια μεγαλειώδη στροφή 180 μοιρών, άρπαξα το Popular Medicine από το τραπεζάκι, και πήγα γρήγορα γρήγορα να κάνω κακά μου.
Να τον σώσετε εσείς τον κόσμο!
Κι άμα δεν μπορείτε, να πάει να σωθεί μόνος του.
Εγώ θα βγω από ‘κει μέσα το 2018 να δω τι κάνατε.
(πλοφ!)
.
Labels: almost dreams, brain-fuck, domestic madness, fiction, heavy drugs, journeys
Επιτέλους!
Ένας καλλιτέχνης που μπόρεσε να αποδώσει με ακρίβεια τη ψυχοσύνθεσή μου.
Σα να με βλέπω μπροστά μου...
(δυναμώστε ΟΠΩΣΔΗΠΟΤΕ το volume!)
by: tmarchant
.
Κι όταν ξημέρωσε, προσπάθησε να σηκωθεί όπως πάντα από τον καναπέ, και να πάει να αναπληρώσει το χαμένο ύπνο του διημέρου, είδε όμως να βγαίνουν απαστράπτοντες απ’ το δωμάτιό του και να κατευθύνονται προς την έξοδο ο Γούντι Άλλεν, ο Τζίμης Πανούσης, ο Κάπταιν Τζακ Σπάρροου, ο ξάδερφός του ο Μένιος, ο Οσάμα Μπιν Λάντεν, ο Μίστερ Μπιν, ο Μπάτμαν, ο Λάρρυ Κινγκ, ο Νικ Κέιβ, ο Έλβις, ο Βάσκο ντε Γκάμα κι ο Τζάκσον Πόλλοκ,
και κατάλαβε μεμιάς πως πάλι σε λάθος ξενοδοχείο κατέληξε μετά το χθεσινοβραδινό όργιο κόκας, οπότε αποφάσισε να μην ξανακοιμηθεί ποτέ και ειδικά με εκείνα τα σκαρπίνια που τον χτυπάνε στον αστράγαλο.
Όλο μαλακίες έκανε τώρα τελευταία…
.
“Μα ποιος είσαι επιτέλους;” του φώναξα.
“Είμαι ο βήχας που σε ξεραίνει κάθε πρωί, είμαι ο πονόδοντός σου, το ψαροκόκαλο που σου κάθισε στο λαιμό πρόπερσι κι ακόμα σε γρατσουνάει. Είμαι η πιο παράφωνη μελωδία στα τρύπια σου αυτιά και η μπόχα που αναδύει το σαπισμένο σου δόντι…”
“Μα, τι λες;” ίσα που πρόλαβα να πω πριν συνεχίσει.
“Είμαι η απάντηση σε κάθε ερώτηση που δεν έκανες ποτέ, το ξινισμένο σου χαμόγελο, είμαι η τελευταία φορά που χτύπησες τα γόνατά σου στο χώμα. Είμαι το τέρας κάτω απ’ το κρεβάτι σου.”
“Δεν… όχι… δεν… εγώ…” κοντοστάθηκα προσπαθώντας να ζυγίσω την κατάσταση.
“Είμαι τα χάπια σου που μόλις τελειώσανε και θα πεθάνεις από πανικό.”
“Όχι!” χτύπησα το χέρι μου στο τραπέζι.
“Είμαι ο μαύρος σκύλος που σου γαβγίζει γλιστρώντας στα σάλια του, το τρακάρισμα στο μπροστινό σου αμάξι και η κηδεία του περιπτερά Τετάρτη μεσημέρι.”
“Όχι! Όχι! Όχι!”
“Είμαι τα σκουπίδια κάτω απ’ το χαλάκι. Είμαι ο εμετός σου και οι σαράντα βαθμοί πυρετός που σε λιώνουν. Είμαι κάθε σου πονοκέφαλος, ακόμα κι αυτός που θα ‘χεις σε λίγο. Είμαι το αίμα που φτύνεις και που χέζεις! Είμαι ο Η1Ν1. Εσύ με ρώτησες!
“Αααααα!!!” προσπάθησα να ουρλιάξω, αλλά…
“Είμαι ο Gummy Bear που θα σου καταστρέψει το παιδί.”
“Σταμάτα!”
“Είμαι αυτός που σου πηδάει τη γυναίκα όποτε παίζεις πόκερ.”
“Σταμάτα! Δεν υπάρχεις!” άφριζα πλέον.
“Χα! Υπάρχω και το ξέρεις.”
“Δεν υπάρχεις!” επέμενα.
“Υπάρχω! Τσίμπα με και θα δεις”, μου άπλωσε το χέρι.
Τον τσίμπησα με τη μεγαλύτερη λύσσα που βγήκε ποτέ από μέσα μου.
Κι έτσι ήσυχα όπως είχε έρθει, εξαφανίστηκε μέσα στο σκοτάδι,
αφήνοντας με να κοιτάζω μια ερμητικά κλεισμένη πόρτα εδώ και ώρες
κι αυτή την κοκκινίλα στο μπράτσο μου…
.
δεν ήταν και τόσο χάλια!
Μια χαρά πήγα το πρωί στη δουλειά…
…και μια χαρά επέστρεψα το βράδυ!
Τι κάθομαι και γκρινιάζω;
Υ.Γ.: Στην επιστροφή σπίτι το βράδυ, σε μια απόσταση συνολικά 17 χιλιομέτρων, συνάντησα 24 αυτοκίνητα και 7 κόκκινους σηματοδότες. Τον τελευταίο τον πέρασα χωρίς να περιμένω…
.
Labels: 2009, almost dreams, journeys, presentation, video
- Πόσα μπάνια έκανες;
- Το σαββατοκύριακο ή γενικά;
- Όχι ρε. Το σαββατοκύριακο.
- Ε… έξι. Εσύ;
- Εγώ πέντε.
- Ωραία. Να το σβήσουμε τώρα το θερμοσίφωνο;
.
Labels: almost dreams, desperation, official statements, unsatisfied
Με κορόιδεψε.
Της είπα να πάει να καθαρίσει το υπόγειο.
Μετά από τρεις ώρες και είκοσι λεπτά
κατέβηκα κάτω να κρύψω τα ναρκωτικά που μόλις αγόρασα.
Αν είναι δυνατόν! Κοιμόταν!
Της είπα να ξεκουμπιστεί αμέσως από το σπίτι.
Ούτε τα ρούχα της δεν πρόλαβε να φορέσει.
(ευτυχώς που είναι καλοκαίρι και δεν κάνει κρύο,
αλλιώς δεν θα την γλίτωνα τη μήνυση...)
* Η Μολδαβή πρώην οικονόμος μου, που μου σύστησε ένας πλούσιος φίλος μου.
.
Labels: almost dreams, brain-fuck, desperation, gourmet, heavy drugs, unsatisfied
Labels: almost dreams, desperation, unsatisfied
Έχουμε ξαναπάει βέβαια διακοπές μαζί,
αλλά τώρα -τελευταία στιγμή- τι περίμενες;
Να βρω ελεύθερο άνθρωπο της προκοπής για διακοπές;
(παρακάτω: φωτό από παλιότερες στιγμές μας)

[Εδώ μια παλιά μου γκόμενα με το νυχτικό της, στο Καϊμακτσαλάν]

[Αυτήν εδώ την είχα βάλει να δοκιμάσει μια πολυθρόνα που πήρα τότε από το ΙΚΕΑ. Καλή ήταν. Η πολυθρόνα]

[Εδώ, αυτή η βλαμμένη μόλις έχει ξυπνήσει και ψάχνει το φορτιστή της. Εγώ έχω πάει να πάρω κουλούρια και Milko]

[Αυτή εδώ πήγε και πήρε αυτό το χάλια μαγιό, επειδή το είχε πάρει και μια ξαδέρφη της και ζήλευε. Άμα βρω τη φωτογραφία που έχω με το μαύρισμα που έκανε μετά θα την ανεβάσω]

[Άλλη ξανθιά... Της λέω “πήγαινε μωρή στην άμμο να σε βγάλω μια φωτογραφία” και η ηλίθια πήγε στην κουβέρτα του σκύλου]

[Μία που την είχα πριν τον Χιού. Εδώ είμαστε σε ολιγοήμερες διακοπές στο εξωτικό Αγκίστρι]

[Μ’ αυτήν εδώ γίναμε ρεζίλι. Είχα νοικιάσει ένα μπάγκαλοου στο Μαϊάμι και ξήλωσε τις κουρτίνες η λυσσάρα. 2.800 ευρώ πλήρωσα]

[Μ’ αυτήν τα είχαμε πέρσι. Ωραίο τεμάχιο. Εδώ είμαστε στο εξοχικό μου στα Καμμένα Βούρλα]

[Μια άλλη γκόμενα που την είχα από λύπηση. Είχε πάθει εγκεφαλικό όταν ήταν τριών χρονών και στραβώσανε τα χείλη της]


Labels: almost dreams, desperation, gourmet, heavy drugs, images, Old
Τίναξα τους υπόλοιπους κόκκους άμμου από πάνω μου και κοίταξα τριγύρω. Έξω από το κρύσταλλο είχε λιακάδα και πρέπει και να φυσούσε λιγάκι, εδώ μέσα όμως ήταν σαν να μην υπήρχε καιρός, ή μάλλον, επειδή αυτό δεν είναι εφικτό, σαν να μην έπαιζε κανέναν ρόλο ο καιρός. Ναι, σίγουρα δεν έπαιζε κανέναν ρόλο. Κυλούσα κι εγώ μαζί με όλους τους άλλους προς το στενό μικρό άνοιγμα, ανεξαρτήτως καιρικών συνθηκών, αργά και ακανόνιστα, ποτέ πιο γρήγορα και σίγουρα ποτέ πιο αργά.
Είναι φανερό πλέον πως όσο πλησιάζω προς το άνοιγμα τόσο περισσότερο φορτίο πρέπει να ξεφορτωθώ -το μόνο σίγουρο είναι πως δε χωράμε όλοι μαζί- και μιας και είμαι ολόγυμνος αντιλαμβάνομαι πως πρέπει να απαλλαγώ πάραυτα από τις περιττές παρουσίες γύρω μου, έτσι αρχίζω και τους κλωτσάω έναν έναν, μέχρι που ο υμένας που μας ένωνε μέχρι πρότινος γίνεται σαν διαλυμένο ελαστικό σε αγώνα παγκοσμίου πρωταθλήματος, που μόλις έληξε άδοξα τουλάχιστον για έναν.
Πιο ελαφρύς λοιπόν τώρα, φτάνω επικίνδυνα κοντά στο σημείο που -θέλω δε θέλω- θα ανακαλύψω αν είμαι μέσα σε χωνί ή μέσα σε κλεψύδρα. Κι εντάξει αν είμαι σε κλεψύδρα. Κάποιος απελπισμένος θα τη γυρίσει κάποτε ανάποδα και όλες οι διαδρομές θα ξαναρχίσουν σαν σε ξεχαρβαλωμένο τρενάκι του τρόμου, που όταν έκλεισε το τσίρκο κανείς δε σκέφτηκε να πατήσει το “OFF”.
Εντάξει αν είμαι σε κλεψύδρα...
.
Labels: almost dreams, brain-fuck, concepts, heavy drugs, journeys, thoughts
Labels: almost dreams, concepts, fiction, innovation, movies, presentation, video
Είναι κάποιες στιγμές που δεν περιγράφονται.
Όσο κι αν προσπαθήσεις να τις στριμώξεις ανάμεσα σε λέξεις και σημεία στίξης, εκείνες τα υπερβαίνουν, τα υπερσκελίζουν. Είναι απλά πολύ σπουδαίες για να φυλακίζονται σε πεπερασμένους τρόπους περιγραφής.
Έζησα αρκετές τέτοιες τούτες τις μέρες.
Χάρηκα, τρόμαξα, ανατρίχιασα, φοβήθηκα, γέλασα, χαμογέλασα, στενοχωρήθηκα, ανάπνευσα βαθειά, μου κόπηκε η ανάσα, μου κόπηκαν τα γόνατα, αγκάλιασα, έσφιξα, λύγισα, έκλαψα, ονειρεύτηκα, μέτρησα, βοήθησα, ευχαρίστησα, ένιωσα μικρός, ένιωσα σπουδαίος...
Έζησα μέσα σε τρεις μέρες, όσα νόμιζα ότι συνήθως παίρνει χρόνια να τα γευτείς. Και αν -λέω αν- έχω αρχίσει να αντιλαμβάνομαι ορθώς και πάλι τον πραγματικό κόσμο γύρω μου, καταλαβαίνω πως δεν είμαστε και όλοι εξίσου τυχεροί για να τα γευτούμε, και ακόμα περισσότερο να τα θυμόμαστε όλα αυτά.
Έζησα όμορφες στιγμές τούτες τις μέρες.
Και μια από αυτές ήταν κι η στιγμή που γυρνώντας σπίτι σήμερα το βράδυ, με την πιο γλυκειά κούραση του κόσμου να γαργαλάει τις φλέβες μου και να βαραίνει τα βλέφαρά μου, είδα ενενήντα ανθρώπους, γνωστούς, φίλους, αγνώστους, αγαπημένους, παλιούς, καινούργιους, μικρούς, μεγάλους, δικούς μου, ξένους... ενενήντα ανθρώπους, να έχουν ξοδέψει ένα κομμάτι του χρόνου τους, για να μου γράψουν μια ευχή, να διαβάσουν για τη χαρά μου, να μοιραστούν μαζί μου κάτι που δεν ξέρω ακόμα αν μοιράζεται, μα αν ναι, ελπίζω ο καθένας να πρόλαβε να πάρει ένα κομμάτι πριν φύγει από τη γιορτή...
Δεν ξέρω πως να σας ευχαριστήσω.
Σαν να ‘χασα μεμιάς την έμπνευσή μου, το λεξιλόγιό μου, τον αυθορμητισμό μου και τη φαντασία μου, και κόλλησα σε τούτη την παράγραφο κανά δυο ώρες μέχρι να βάλω τελεία.
Θα ήθελα πάρα πολύ να απαντήσω σε καθέναν ξεχωριστά, και να ευχαριστήσω καθέναν προσωπικά, μα νομίζω πως το καταλαβαίνετε: δεν έχω λόγια...
Ένα ιδιαίτερο ευχαριστώ (ας μου επτρέψετε οι υπόλοιποι), σε σένα, σε σένα, σε σένα, σε σένα, σε σένα, σε σένα, σε σένα, σε σένα, σε σένα και σε σένα. Κι αν ξέχασα κάποιον συγχωρέστε με προσωρινά.
Είναι κι αυτό το παλιό κρασί που φύλαγα ευλαβικά χρόνια τώρα,
που δε βοηθάει και τόσο...
.
Labels: 2009, almost dreams, First, internet, journeys, other blogs, Welcome
Τώρα μαθαίνω να στέκομαι ακίνητος.
Σηκώνω το ένα μου πόδι και ισορροπώ στο άλλο,
σαν στοπ-καρέ από έναν τσάμικο, λεβέντικο.
Τα χέρια μου σε έκταση,
αντίβαρο στις εσωτερικές μου ταλαντώσεις.
Στόμα κλειστό.
Η φωνή έχει βάρος, και το ελέγχεις μόνο όσο είναι μέσα σου
και την ακούς εσύ μονάχα. Μετά επιλέγει αυτοβούλως κατευθύνσεις,
κατά προτίμηση προς λάθος αυτιά.
Ανάσες κοφτές, αλλά όχι κομμένες.
Μικρές και γρήγορες σαν λίγο πριν τη μεγάλη κραυγή,
αλλά χωρίς τις τεντωμένες φλέβες στο λαιμό.
Μάτια ορθάνοιχτα, ρουφάνε γνώση και χορταίνουν
λίγο πριν κλείσουν γλυκά και ήρεμα σε ένα παραλήρημα ευτυχίας.
Σιωπή...
Τώρα μαθαίνω να ισορροπώ.
* Song: Iconography - Max Richter (από την ταινία: "Waltz with Bashir")
.
Labels: almost dreams, images, official statements
Χώνομαι κάτω από τα σκεπάσματα, στη μια γωνιά του καναπέ, και κοιτώντας τις σκιές που χορεύουν στο ταβάνι, νανουρίζομαι από τις αισθησιακές κινήσεις τους, ξεχνώ πως είναι Ερινύες, θαρρώ πως είναι Νύμφες που ξέφυγαν από τις ρίζες που φυτρώνουν σε κοίτες λιμνών κι έτσι ξεγελώ ακόμα τον εαυτό μου, τόσο άθλιος είμαι.
Άλλοτε τις ακούω κιόλας να ψιθυρίζουν αρχαίους ρυθμούς, και η επιλεκτική μου διαίσθηση επιτρέπει μόνο στα σύμφωνα να διαπεράσουν τις πύλες της ακοής μου, και να μεταμορφωθούν σε κρουστά που κρατάνε το ίδιο τέμπο μέχρι να ξεψυχήσει κι ο τελευταίος ρωμαίος λεγεωνάριος της φάλαγγας που χρησιμοποιώ για τις σκοπιές, από αυτοάνοση επαναληπτικότητα.
Σήμερα, φόρεσα το θάρρος μου, πήρα μια σκάλα, σκαρφάλωσα στο τραπέζι κι από κει έκανα ένα σάλτο και βρέθηκα στο ταβάνι μαζί τους. Φυσικά δεν μπόρεσα ν’ αγκαλιάσω καμία, αλλά και μόνο το κυνηγητό έφτανε για να κουραστώ τόσο, ώστε να κοιμηθώ σχεδόν πλήρης, στο δάπεδο.
Έκανε ένα γαμημένο κρύο εκεί κάτω, όταν σηκώθηκα.
Και στο σπίτι μας είχαν κλέψει όλα τα σκεπάσματα...
.
Labels: almost dreams, brain-fuck, images, thoughts
O καθηγητής Ντένις Κέρνελ μπήκε στο σπίτι από την ανοιχτή πόρτα δύο ώρες αργότερα, και αυτό που είδε ήταν κάτι που φοβόταν από καιρό. Ο Αιδεσιμότατος Τζάκσον ήταν νεκρός, εκεί στην τεράστια σάλα, και το σώμα του φριχτά παραμορφωμένο από την πτώση. Δεν χρειάστηκε να σκεφτεί πολύ, για να μαντέψει τι είχε συμβεί. Ανέβηκε τα σκαλοπάτια δυο-δυο και έτρεξε στο δωμάτιο του Κλάιβ.
.........................................................
Η γοητευτική Λωρήν Ο’Κόννορ, σύντροφος του Ντένις Κέρνελ, μόλις είχε φτάσει στο Χάιμπριτζ. Το γεγονός ότι κανείς δεν απαντούσε στις κλήσεις της στο σπίτι την ανησύχησε βέβαια, αλλά δεν θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί, όχι μόνο τι είχε ήδη συμβεί, αλλά και τι επρόκειτο να ακολουθήσει. Σταμάτησε ένα ταξί κι έδωσε τις κατάλληλες οδηγίες. Το αυτοκίνητο κατευθύνθηκε με ταχύτητα εκεί που ο εφιάλτης είχε ραντεβού με την όμορφη κοπέλα.
..........................................................
«Κλάιβ!» η φωνή του καθηγητή αντήχησε σε όλο το σπίτι, καθώς είχε μείνει να κοιτάζει το άδειο δωμάτιο και τα σπασμένα κάγκελα του πάνω ορόφου.
«Κλάιβ...!» προσπάθησε ξανά.
Δεν φαινόταν να υπάρχει καμία ένδειξη ζωής μέσα στο οίκημα. Ο επιφανής επιστήμονας μπήκε βιαστικά στο δωμάτιό του, άνοιξε το πρώτο συρτάρι του κομοδίνου του, κι έβγαλε το καλογυαλισμένο και αχρησιμοποίητο περίστροφό του. Το έσφιξε στο χέρι του και βεβαιώθηκε πως είναι γεμάτο. Κατέβηκε γρήγορα τη σκάλα με κατεύθυνση προς την κουζίνα. Κοντοστάθηκε μπροστά στην κλειστή πόρτα, πήρε μια βαθιά ανάσα, σαν επιβεβαίωση της αποφασιστικότητάς του, και μ’ ένα δυνατό τίναγμα η πόρτα άνοιξε διάπλατα. Το μόνο που πρόλαβε να διακρίνει μέσα στο μισοσκόταδο που επικρατούσε στο χώρο, ήταν ένα περίπλοκο σύστημα από σχοινιά που κινήθηκαν όλα μαζί ρυθμικά με το άνοιγμα της πόρτας. Δυο τεράστια μαχαίρια, περίτεχνα δεμένα στις δύο άκρες ενός πλάστη, διέγραψαν μια ημικυκλική τροχιά και του έσκισαν την κοιλιά στα δύο.
Ο καθηγητής Κέρνελ δεν πρόλαβε καν να ουρλιάξει. Το όπλο του έπεσε στη στιγμή. Με τα δυο του χέρια προσπάθησε, πριν λυγίσει, να συγκρατήσει τα σωθικά του που ξετυλίγονταν μπροστά στα παγωμένα μάτια του μέσα σε μια λίμνη αίματος. Δευτερόλεπτα μετά, άφηνε την τελευταία του πνοή, μέσα σε σε φοβερούς σπασμούς, κουλουριασμένος στο δάπεδο πάνω στο ίδιο του το αίμα.
Μια σκιά σύρθηκε από την άκρη της κουζίνας, άλλαξε μορφές πάνω στα λερωμένα από το αίμα αντικείμενα του χώρου και βγήκε προς τους μεγάλους χώρους του ισογείου.
Ο Κλάιβ κροτάλισε τη γλώσσα του, και τα μάτια του γέμισαν πάλι μ’ εκείνο το απόκοσμο φως που τον έκανε να μοιάζει περισσότερο με κτήνος παρά με άνθρωπο. Προχώρησε προς το πλάι της σκάλας, κι εκεί δίπλα στο πιάνο, έσκυψε και άνοιξε το μικρό ντουλάπι που υπήρχε στη βάση της. Έσυρε την καφέ δερμάτινη βαλίτσα, κάθισε ήρεμος στο πάτωμα, την έβαλε ανάμεσα στα πόδια του και άρχισε να σκορπάει το περιεχόμενό της γύρω του. Ένα λαχάνιασμα ζωώδους έξαψης συνόδευε τις κινήσεις του. Ο χώρος γέμισε από φωτογραφίες, ημερολόγια, φτηνά κοσμήματα, και γυναικεία εσώρουχα. Ένα μικρό λευκό μαντήλι είχε κεντημένα στην μία γωνία τα αρχικά Λ.Κ.
Η κοφτή στριγκλιά της Λωρήν διέκοψε το σιωπηλό παραλήρημα του Κλάιβ. Η κοπέλα στεκόταν παγωμένη στην είσοδο του σπιτιού, ανήμπορη να κινηθεί, με το ένα της χέρι να σκεπάζει το στόμα της, για να μην ουρλιάξει κι άλλο, μπροστά στο απαίσιο θέαμα που αντίκριζε. «Ω, θεέ μου! Κλάιβ... τι... τι έκανες...;» Ο νεαρός μάζεψε αστραπιαία τα πράγματα που είχε απλώσει γύρω του και κουλουριάστηκε στα πόδια του πιάνου. Τα μάτια του είχαν πάρει πάλι εκείνο το εξωπραγματικό κόκκινο χρώμα.
«Ω, θεέ μου» επανέλαβε η κοπέλα κι έτρεξε προς την κουζίνα. Λύγισε πάνω από το άψυχο σώμα του καθηγητή Ντένις Κέρνελ και ξέσπασε σε λυγμούς.
Ο Κλάιβ είχε πλέον μεταμορφωθεί. Λίγα ανθρώπινα χαρακτηριστικά θύμιζαν πλέον πως κάποτε ήταν κι αυτός ένας κανονικός άνθρωπος σαν όλους τους υπόλοιπους. Μετά τα αποτρόπαια πειράματα του διάσημου καθηγητή, σιγά σιγά μεταμορφωνόταν σε κτήνος. Ένα μίγμα από χαρακτηριστικά αιλουροειδών, είχε πάρει τη θέση των δικών του. Τώρα πια, έμοιαζε περισσότερο με έναν άγριο μαύρο πάνθηρα. Τα άκρα του εξαιρετικά μυώδη και στιβαρά, ο λαιμός του μακρύς, το βάδισμα του αθόρυβο, το σώμα του καλυμμένο με τρίχωμα, οι αισθήσεις του οξυμένες σε υπέρτατο βαθμό. Πλησίασε την Λωρήν χωρίς εκείνη να τον καταλάβει. Σχεδόν ξέρασε τις λέξεις από μέσα του:
«Σήκω γλυκιά μου πριγκίπισσα». Η κοπέλα, σχεδόν υπνωτισμένη, αφέθηκε στις βουλές του. Ο Κλάιβ την έπιασε απαλά από την μέση και τη βοήθησε να σταθεί στα πόδια της. Αργά αργά περπάτησαν μαζί ως το πιάνο και τη βοήθησε να κάτσει στο σκαμπό. Εκείνη δεν έκανε καμία προσπάθεια να αντισταθεί. Ίσα που κατάφερε να ψιθυρίσει:
«Μωρό μου... γιατί;»
«Πως μπορείς και με ρωτάς;» σχημάτισε τις λέξεις με δυσκολία ο Κλάιβ.
«Εσύ... εσύ... γιατί... έπρεπε να... τους σκοτώσεις;»
Εκείνος έβγαλε μια φρενιασμένη κραυγή που αντήχησε σε όλο το σπίτι κι έκανε τις χορδές του πιάνου να τρίξουν μπροστά τους.
«Ο άθλιος, με σκοτώνει εδώ και μήνες λίγο λίγο... Κοίτα με! Κοίτα πως έχω γίνει... ένα τέρας!»
Η κοπέλα δεν κούνησε καν το κεφάλι της. Άφησε τα χέρια της να πέσουν πάνω στα σκονισμένα πλήκτρα του πιάνου και παράταιρες νότες δόνησαν τον αέρα. Ο Κλάιβ της έπιασε τους καρπούς, τη βοήθησε να πάρει τη σωστή θέση και της ζήτησε ψιθυριστά: «Παίξε κάτι για μένα».
Εκείνη, σχεδόν υπνωτισμένη άρχισε να κινεί τα δάχτυλα της μηχανικά πάνω κάτω στο κλαβιέ. Παρά την κατάσταση σοκ στην οποία είχε πριν από λίγο περιέλθει, μια γνώριμη στον νεαρό μελωδία έβγαινε από το ανοιχτό πιάνο και χρωμάτιζε μελαγχολικά την ατμόσφαιρα.
Ο Κλάιβ είχε πλέον μεταμορφωθεί πλήρως. Ένα άγριο ζώο, που το μόνο που του είχε μείνει ήταν τα ένστικτα με τα οποία το προίκισε η φύση. Έκανε μερικές βόλτες γύρω από το πιάνο μέσα στο μισοσκόταδο, μυρίζοντας κάθε σπιθαμή του δαπέδου. Στάθηκε πίσω από τη Λωρήν, ενώ εκείνη με κλειστά μάτια επαναλάμβανε μηχανικά την ίδια μελωδία. Την μύρισε από κάτω χαμηλά στα λευκά της πόδια μέχρι ψηλά στο λαιμό. Αυτή η τόσο γνώριμη μυρωδιά του σώματός της τον γέμισε λαιμαργία και ένα άρρωστο γρύλισμα βγήκε από τον ουρανίσκο του. Την δάγκωσε στο αριστερό της πλευρό. Η κοπέλα δεν κινήθηκε. Έκοψε ένα κομμάτι σάρκας και το καταβρόχθισε λαίμαργα γλύφοντας ακόμα και το ζεστό αίμα που ανάβλυζε. Ύστερα έβαλε τα νύχια του μέσα στην ανοιχτή πληγή κι άρχισε να σκάβει με μανία τα σωθικά της. Βουτούσε τη γλώσσα του και δάγκωνε ένα ένα τα σπλάχνα της. Η Λωρήν ασάλευτη συνέχισε να παίζει.
Το κτήνος αργά και μεθοδικά ξέσκιζε τις σάρκες της και καταβρόχθιζε με λύσσα το φρέσκο κρέας. Λίγη ώρα αργότερα μπροστά στα διψασμένα μάτια του υπήρχε μόνο ένα πετσοκομμένο σώμα με δυο παρατεταμένα χέρια, ακίνητα πλέον. Τέντωσε το κορμί του και σηκώθηκε στα δύο πίσω πόδια του. Αργά και ήσυχα δάγκωσε το λεπτό λαιμό της κοπέλας και χωρίς προσπάθεια τον έκοψε στη μέση. Με μια αστραπιαία κίνηση άρπαξε το κεφάλι της πριν πέσει το πάτωμα και το έσφιξε στα κοφτερά του δόντια. Σε λιγότερο από δεκαπέντε λεπτά το μόνο που θύμιζε την παρουσία της Λωρήν Ο’Κόννορ στον χώρο ήταν οι πιτσιλιές του αίματός της στο πιάνο.
..........................................................
Όση ώρα αντηχούσε στα αυτιά του ακόμα η αγαπημένη μελωδία, ο Κλάιβ έπαιρνε σιγά σιγά ξανά την ανθρώπινη μορφή του. Κατευθύνθηκε προς το άψυχο σώμα του Αιδεσιμότατου Τζάκσον κι έψαξε βιαστικά στις τσέπες του. Γρήγορα βρήκε το σημείωμα που αναζητούσε. Το ξεδίπλωσε και διάβασε ψιθυριστά:
«Συγγνώμη.
Καλύτερα να με ξεχάσεις για πάντα.
Ανήκω πλέον αλλού. Ολοκληρωτικά.»
Τις ίδιες ακριβώς λέξεις είχε διαβάσει σε ένα ολόιδιο σημείωμα αφημένο στο κομοδίνο του καθηγητή Ντένις Κέρνελ. Έσκισε τα δυο αυτά κομμάτια χαρτί και τα κατάπιε με μια αρρωστημένη όρεξη.
..........................................................
«Μητέρα...»
Έσπρωξε απαλά την πόρτα και περπάτησε μέχρι την παλιά κουνιστή πολυθρόνα δίπλα στο παράθυρο.
«Τέλειωσαν όλα... Μπορείς να είσαι ήσυχη πλέον. Δεν θα ξαναφύγω ποτέ...»
Η νεαρή γυναίκα, άπλωσε το χέρι της χωρίς να αποστρέψει το βλέμμα της από το παράθυρο, κι έσφιξε το δικό του.
«Ω, Κλάιβ! Μου έλειψες αγάπη μου...»
Χάιδεψε την φουσκωμένη της κοιλιά
κι ένα δάκρυ κύλησε στο μάγουλό της...
.
Labels: almost dreams, brain-fuck, fiction
Μήνες παλεύω να βρω μια ωραία αφορμή γι αυτό το τραγούδι.
Τελικά αποφάσισα πως δεν χρειάζεται αφορμή.
Αν αγαπάς κάτι, το αγαπάς χωρίς προϋποθέσεις.
Το αφήνω λοιπόν εδώ πέρα, έτσι για να το βλέπω όποτε θέλω, για να θυμάμαι ό,τι μου θυμίζει, για να ανατρέχω με ευκολία σε ότι μου δείχνει -ξανά και ξανά- αυτό που είμαι, αλλά δεν υπήρξα ποτέ...
Labels: almost dreams, images, journeys, music, scripta manent, video
Είμαι ένας μικρός τοσοδούλης θεός, ίσα που φαίνομαι, τα βράδυα προσπαθώ να κάνω θόρυβο για να μ’ ακούνε οι περαστικοί και να μη με πατήσουν καταλάθος και σπάσω, γιατί τότε θα γεμίσει ο κόσμος ομορφιά και γλύκα, και ποιος άραγε μπορεί ν’ αντέξει τόση ευτυχία, παρεκτός απ’ τον ζητιάνο εκείνον που κάθε μεσημέρι μου χτυπάει την πόρτα κι εγώ του δίνω ένα πιάτο φασολάδα, το ίδιο κάθε μέρα, κι εκείνος χαμογελάει τόσο πλατιά που ξεγέλασε και πάλι το θάνατο, τόσο πλατιά που φαίνονται όλα τα σάπια δόντια του με σκαλωμένες τις δύσκολες λέξεις ανάμεσά τους και χωρίς οδοντογλυφίδες να τα καθαρίσει, ή πάλι άλλες φορές σέρνομαι δίπλα σε νάρκες, σαν σαλιγκάρι που βρήκε επιτέλους έναν δρόμο πιο υγρό από τα όνειρά του, να ιδρώνει ανενόχλητο, κι εκείνες σκάνε στα μούτρα μου και θραύσματα με σχήματα αλλόκοτα σκίζουν τη σάρκα μου, έτσι που οι λέξεις μου χύνονται όλες από τις ανοιχτές πληγές και ποτίζουνε τη στείρα γη τριγύρω, οπότε εγώ, πιο ελαφρύς κι από τότε που ήμουν μια σελίδα αναγνωστικού, αιωρούμαι πάνω από στρατιωτικά αεροδρόμια και σιγά σιγά αναλήπτομαι, ώσπου ένας χρυσαετός έρχεται απ’ το πουθενά, με αρπάζει με τα πελώρια νύχια του και με πετάει από ψηλά πάνω στη φωλιά του, τροφή για τα μικρά του αετόπουλα, κι εγώ γαληνεύω τότε, γιατί...
...πότε άλλοτε να νιώσεις σπουδαίος
αν όχι τη στιγμή που ταΐζεις ένα παιδί που πεινάει;
παράξενο μπλε έχει η θάλασσα σήμερα...
Labels: almost dreams, images, journeys, scripta manent, thoughts
Επειδή:
- Όλοι μου έλεγαν στο προηγούμενο ποστ για το πόσο δυνατά βαράω τα πλήκτρα, κι όχι για την εξαίσια φωνή μου,
- Είναι το μοναδικό ντοκουμέντο στο οποίο μπορείτε να την ακούσετε καθαρά (τη φωνή μου),
- Είμαι πολυτάλαντο άτομο και ασχολούμαι ΚΑΙ με τη μουσική,
- Είμαι εντέλει μεγάλη ψωνάρα,
σας έχω εδώ πέρα ένα ωραίο τραγουδάκι που έγραψα όταν ήμουνα μικρός (πρόπερσι δηλαδή). Είναι ένα νανούρισμα, ή μάλλον θα ‘θελα να ήταν, ή μάλλον... ένα όνειρο, ή μάλλον...
καλύτερα να ανακαλύψετε μόνοι σας:
Στίχοι: SPY
Σύνθεση – Ενορχήστρωση: SPY
Φωνητικά: SPY – Δήμητρα Μαστορίδου
.
.
.
.
.
.
Labels: almost dreams, First, music, presentation, video