(ΑΥΣΤΗΡΑ ΑΚΑΤΑΛΛΗΛΟ)
O ύπνος δεν άργησε να μας πάρει. Είμασταν λιώμα και οι δύο. Εγώ ήμουν λιώμα (σωματικά κι εγκεφαλικά) στον καναπέ, ο άλλος στο πάτωμα. Δίπλα του ο Κόναν. Ο πιστός τετράποδος φίλος και φύλακάς μου στα ζόρια, ένα θαρραλέο πανέξυπνο ντόπερμαν. Η τελευταία εικόνα που θυμάμαι πριν κλείσω τα μάτια, ήταν το απορημένο του βλέμμα.
Η πρώτη εικόνα που είδα όταν ξύπνησα, ήταν και πάλι ο Κόναν. Εκεί στην ίδια θέση, που τον είχα αφήσει το προηγούμενο βράδυ. Σήκωσε το βλέμμα του μόνο, να με κοιτάξει σαν καλημέρα. Χαμογέλασα. Έτριψα τα μάτια μου για κανένα δίλεπτο, και προσπαθώντας να αλλάξω στάση 90 μοίρες προς τα πάνω, το είδα. Η φρίκη μπήκε βιαστικά από την πόρτα χωρίς να χτυπήσει, και με χαστούκισε με φόρα στη μούρη.
- Ααααααααα!
- Χμμμμ...φφ...ζζζ.ζζζ...χχχ... ...
- Θα πεθάνω!
- Χχχφφ.. τι έπαθες ρε μαλάκα πρωινιάτικα;
- Ο Κόναν!
- Τι ο Κόναν;
- Θα το σκοτώσω το γαμημένο...
- Τι έγινε ρε;
- Κοίτα! Κοίτα!
- Τι;
- Κοίτα τι έχει στο στόμα του!
- Ε, τι;
- ...
- Τι σκατά είναι αυτό;
- Μάντεψε.
- Μοιάζει... μοιάζει... με... κρ... κρέας.
- Θα το σκοτώσω...
- Έλα ρε, μη τρελαίνεσαι, θα πείναγε το ζωντανό.
- Βρε μαλάκα! Ηλίθιε! Δεν είναι οποιοδήποτε κρέας αυτό.
- Τι είναι;
- Είναι ΤΟ ΚΡΕΑΣ!
- Ποιό κρ... (χμφφ) μη μου... ιιι... ΤΟ ΚΡΕΑΣ;
- Θα το γαμήσω! ΘΑ το γαμήσω!
- Μη, σταμάτα ρε. Έλα εδώ!
- ...
- Ρε μαλάκα μη γίνεσαι παιδί, έλα εδώ σου λέω. Ρεεε!
Είχα ήδη αρχίσει να τρέχω πίσω από τον Κόναν, σκουντουφλώντας σε κάθε γωνία επίπλου που φύτρωνε μπροστά μου. Ο μαλάκας έτρεχε από πίσω μου. Το γελοίο αυτό τρίο, κατέβηκε σχεδόν κουτρουβαλώντας τα 12 σκαλοπάτια της σκάλας προς το υπόγειο, ο ένας πίσω από τον άλλον. Ο Κόναν έτρεξε και χώθηκε κάτω από το αμάξι, προφανώς διαισθανόμενος το μέγεθος της ανυπέρβλητης μαλακίας που είχε κάνει. Ο ηλίθιος έτρεξε κατευθείαν στο ψυγείο για καμιά μπύρα. Εγώ στη ζυγαριά. Κι εκεί σωριάστηκα.
- Έλα ρε μην κάνεις έτσι.
- Δεν το πιστεύω ρε πούστη μου, δεν το πιστεύω...
- Έλα εντάξει...
- Δεν το πιστεύω...
- Θα βρούμε μια λύση. Χαλάρωσε.
- Θα το σκωτώσω το γαμημένο...
- Πόσο έφαγε;
- ...
- Λέγε ρε...
- Δε... θα... θα...
- Άσε θα δώ μόνος μου.
- ...
- Ρε μαλάκα είναι δυνατόν;
- Θα το σκοτώσω...
- Εδώ δείχνει 81 κιλά...
- Θα το σκοτώσω...
- Ω, ρε πούστη...
- ...
- ...
- ...
- Θες τσιγάρο;
- Φέρε.
- ...
- (παφ)
- Ω, ρε πούστη...
- (παφ)
- Τι θα κάνουμε;
- Τσιγάρο.
- Εννοώ μετά ρε φίλε. Ο Κινέζος περιμένει.
- Το ξέρω.
- Και τι σκέφτεσαι;
- Θα μας σκοτώσει...
- Χα! Πολύ άνετο σε βρίσκω...
- Είχε ζητήσει 86. Ούτε γραμμάριο λιγότερο.
- 86.
- Ναι.
- ...
- Εντάξει. Το ένα θα το καλύπταμε κάπως, κάτι θα σκεφτόμουν.
- ...
- Τα 4 κιλά που έφαγε το γαμώσκυλο, που θα τα βρώ; μου λες;
- Έλα κούλαρε... ρε συ...
- Τι να κουλάρω ρε πούστη μου; Θα το σκοτώσω το γαμ... (!)
- ...
- Χα!
- Τι;
- Θα το σκοτώσω!
- Ναι μωρέ μαλάκα, μας το ‘πες...
- Όχι, εννοώ στ’ αλήθεια! Θα το σκοτώσω!
- Ντάξει...
- Είσαι εντελώς ηλίθιος!
- ...
Πριν προλάβει να καταλάβει τίποτε το ζώον (μη ρωτήσετε ποιό ζώον), είχα πεταχτεί όρθιος, είχα τρέξει στον πάγκο με τα εργαλεία και είχα βουτήξει το πιο μεγάλο κατσαβίδι που βρήκα. Άρπαξα ένα κομμάτι κρέας από τη ζυγαριά και πλησίασα ήρεμα προς το αμάξι. Το ζώον με κοίταζε αποβλακωμένο (μη ρωτήσετε).
Δε χρειάστηκε μεγάλη προσπάθεια. Κάτι το κρέας που του ξύπναγε τα πιο πεινασμένα του ένστικτα, κάτι η μειλίχια φωνή μου που τον καλούσε, ο Κόναν δεν άργησε να βγεί από τη κρυψώνα του. Έτρεξε χαρούμενος στην αγκαλιά μου, κουνώντας έντονα αυτό που του είχε απομείνει ως ουρά. Έκλεισα τα μάτια. Του χάιδεψα το κεφάλι και του έχωσα απότομα το κατσαβίδι στο λαιμό.
Το ζωντανό έρχισε να ουρλιάζει και να χτυπιέται, αλλά ήμουν αποφασισμένος. Ή αυτό ή εγώ. Του έχωσα άλλες δύο στα σωθικά, κι όταν πλέον ανήμπορο κυλιόταν στο τσιμέντο, πήρα το τσεκούρι στα χέρια μου, κι εντελώς παγωμένος, το σήκωσα ψηλά.
Συγγνώμη αγόρι μου.
Η τροχιά είχε κατεύθυνση προς το λαιμό του. Και δεν αστόχησα. Σε τρία δευτερόλεπτα ήταν νεκρό. Γονατιστός δίπλα του, άφησα το κατσαβίδι και το τσεκούρι να γλυστρίσουν από τα χέρια μου. Άφησα και δυο δάκρυα να κυλήσουν, ώσπου έπεσαν με κρότο μέσα στη λίμνη από το αίμα, και γίναν με μιας ο πιο αρρωστημένος εφιάλτης μου.
Το ζώον ξεμύτισε.
- Είσαι... είσαι... δολοφόνος...
- ...
- Το σκότωσες ρε γαμιόλη...
- Το πρόσεξα.
- Είσαι δολοφόνος ρε.
- Ενώ εσύ...
- Τι... εγώ... δεν... δεν.. θα μπορούσα να το...
- Σκότωσες έντεκα άτομα εχθές το βράδυ. Το θυμάσαι καθόλου;
- Δεν είναι το ίδιο.
- Όχι. Αλλά τα σκότωσες.
- Το ζωντανό δε σου είχε φταίξει σε τίποτα.
- Ούτε εσένα οι μπάτσοι.
- Είσαι μαλάκας ρε. Είσαι άρρωστος.
- ...
- Ένας άρρωστος μαλάκας! Αυτό είσαι!
- ...
- Είσαι...
- Πάρε το πριόνι.
- Τι;
- Πάρε το πριόνι. Πάω επάνω να πλυθώ. Κόψε τρία τέσσερα κομμάτια από τον Κόναν και βάλτα μαζί με τ’ άλλα.
- Τι λες μωρέ μαλάκα;
- Προτίμησε το στήθος και τα πίσω πόδια. Έχουν πιο πολύ κρέας.
- ...
- Βάλτα στη ζυγαριά και ζύγισέ τα. 86.
- 86...
- Ούτε γραμμάριο παρακάτω. Πάω να πλυθώ.
- 86...
- Τελείωνε! Δεν προλαβαίνουμε. Θα έρθει ο Κινέζος.
- ...
- Ναι... ο Κινέζος...
- Τελείωνε μη σε γαμήσω και σένα ρε πούστη μου!
- Νταξει...
- Πάω.
Ήταν τα πιο πολλά σκαλοπάτια που έχω ανέβει ποτέ. Σύρθηκα στο μπάνιο, άνοιξα τη κρύα βρύση στο τέρμα, και χώθηκα κάτω από το παγωμένο νερό. Έβγαλα μια απόκοσμη κραυγή, όχι από το κρύο. Προσπαθούσα να ξεσπάσω, για να χαλαρώσω, αλλά μάταια. Έπρεπε να σκεφτώ μια σημαντική λεπτομέρεια ακόμα. Κι είχα λιγότερο από μία ώρα καιρό. Ή μία ώρα ζωής.
(στο επόμενο: το τέλος)
.
.
.
.
O ύπνος δεν άργησε να μας πάρει. Είμασταν λιώμα και οι δύο. Εγώ ήμουν λιώμα (σωματικά κι εγκεφαλικά) στον καναπέ, ο άλλος στο πάτωμα. Δίπλα του ο Κόναν. Ο πιστός τετράποδος φίλος και φύλακάς μου στα ζόρια, ένα θαρραλέο πανέξυπνο ντόπερμαν. Η τελευταία εικόνα που θυμάμαι πριν κλείσω τα μάτια, ήταν το απορημένο του βλέμμα.
Η πρώτη εικόνα που είδα όταν ξύπνησα, ήταν και πάλι ο Κόναν. Εκεί στην ίδια θέση, που τον είχα αφήσει το προηγούμενο βράδυ. Σήκωσε το βλέμμα του μόνο, να με κοιτάξει σαν καλημέρα. Χαμογέλασα. Έτριψα τα μάτια μου για κανένα δίλεπτο, και προσπαθώντας να αλλάξω στάση 90 μοίρες προς τα πάνω, το είδα. Η φρίκη μπήκε βιαστικά από την πόρτα χωρίς να χτυπήσει, και με χαστούκισε με φόρα στη μούρη.
- Ααααααααα!
- Χμμμμ...φφ...ζζζ.ζζζ...χχχ... ...
- Θα πεθάνω!
- Χχχφφ.. τι έπαθες ρε μαλάκα πρωινιάτικα;
- Ο Κόναν!
- Τι ο Κόναν;
- Θα το σκοτώσω το γαμημένο...
- Τι έγινε ρε;
- Κοίτα! Κοίτα!
- Τι;
- Κοίτα τι έχει στο στόμα του!
- Ε, τι;
- ...
- Τι σκατά είναι αυτό;
- Μάντεψε.
- Μοιάζει... μοιάζει... με... κρ... κρέας.
- Θα το σκοτώσω...
- Έλα ρε, μη τρελαίνεσαι, θα πείναγε το ζωντανό.
- Βρε μαλάκα! Ηλίθιε! Δεν είναι οποιοδήποτε κρέας αυτό.
- Τι είναι;
- Είναι ΤΟ ΚΡΕΑΣ!
- Ποιό κρ... (χμφφ) μη μου... ιιι... ΤΟ ΚΡΕΑΣ;
- Θα το γαμήσω! ΘΑ το γαμήσω!
- Μη, σταμάτα ρε. Έλα εδώ!
- ...
- Ρε μαλάκα μη γίνεσαι παιδί, έλα εδώ σου λέω. Ρεεε!
Είχα ήδη αρχίσει να τρέχω πίσω από τον Κόναν, σκουντουφλώντας σε κάθε γωνία επίπλου που φύτρωνε μπροστά μου. Ο μαλάκας έτρεχε από πίσω μου. Το γελοίο αυτό τρίο, κατέβηκε σχεδόν κουτρουβαλώντας τα 12 σκαλοπάτια της σκάλας προς το υπόγειο, ο ένας πίσω από τον άλλον. Ο Κόναν έτρεξε και χώθηκε κάτω από το αμάξι, προφανώς διαισθανόμενος το μέγεθος της ανυπέρβλητης μαλακίας που είχε κάνει. Ο ηλίθιος έτρεξε κατευθείαν στο ψυγείο για καμιά μπύρα. Εγώ στη ζυγαριά. Κι εκεί σωριάστηκα.
- Έλα ρε μην κάνεις έτσι.
- Δεν το πιστεύω ρε πούστη μου, δεν το πιστεύω...
- Έλα εντάξει...
- Δεν το πιστεύω...
- Θα βρούμε μια λύση. Χαλάρωσε.
- Θα το σκωτώσω το γαμημένο...
- Πόσο έφαγε;
- ...
- Λέγε ρε...
- Δε... θα... θα...
- Άσε θα δώ μόνος μου.
- ...
- Ρε μαλάκα είναι δυνατόν;
- Θα το σκοτώσω...
- Εδώ δείχνει 81 κιλά...
- Θα το σκοτώσω...
- Ω, ρε πούστη...
- ...
- ...
- ...
- Θες τσιγάρο;
- Φέρε.
- ...
- (παφ)
- Ω, ρε πούστη...
- (παφ)
- Τι θα κάνουμε;
- Τσιγάρο.
- Εννοώ μετά ρε φίλε. Ο Κινέζος περιμένει.
- Το ξέρω.
- Και τι σκέφτεσαι;
- Θα μας σκοτώσει...
- Χα! Πολύ άνετο σε βρίσκω...
- Είχε ζητήσει 86. Ούτε γραμμάριο λιγότερο.
- 86.
- Ναι.
- ...
- Εντάξει. Το ένα θα το καλύπταμε κάπως, κάτι θα σκεφτόμουν.
- ...
- Τα 4 κιλά που έφαγε το γαμώσκυλο, που θα τα βρώ; μου λες;
- Έλα κούλαρε... ρε συ...
- Τι να κουλάρω ρε πούστη μου; Θα το σκοτώσω το γαμ... (!)
- ...
- Χα!
- Τι;
- Θα το σκοτώσω!
- Ναι μωρέ μαλάκα, μας το ‘πες...
- Όχι, εννοώ στ’ αλήθεια! Θα το σκοτώσω!
- Ντάξει...
- Είσαι εντελώς ηλίθιος!
- ...
Πριν προλάβει να καταλάβει τίποτε το ζώον (μη ρωτήσετε ποιό ζώον), είχα πεταχτεί όρθιος, είχα τρέξει στον πάγκο με τα εργαλεία και είχα βουτήξει το πιο μεγάλο κατσαβίδι που βρήκα. Άρπαξα ένα κομμάτι κρέας από τη ζυγαριά και πλησίασα ήρεμα προς το αμάξι. Το ζώον με κοίταζε αποβλακωμένο (μη ρωτήσετε).
Δε χρειάστηκε μεγάλη προσπάθεια. Κάτι το κρέας που του ξύπναγε τα πιο πεινασμένα του ένστικτα, κάτι η μειλίχια φωνή μου που τον καλούσε, ο Κόναν δεν άργησε να βγεί από τη κρυψώνα του. Έτρεξε χαρούμενος στην αγκαλιά μου, κουνώντας έντονα αυτό που του είχε απομείνει ως ουρά. Έκλεισα τα μάτια. Του χάιδεψα το κεφάλι και του έχωσα απότομα το κατσαβίδι στο λαιμό.
Το ζωντανό έρχισε να ουρλιάζει και να χτυπιέται, αλλά ήμουν αποφασισμένος. Ή αυτό ή εγώ. Του έχωσα άλλες δύο στα σωθικά, κι όταν πλέον ανήμπορο κυλιόταν στο τσιμέντο, πήρα το τσεκούρι στα χέρια μου, κι εντελώς παγωμένος, το σήκωσα ψηλά.
Συγγνώμη αγόρι μου.
Η τροχιά είχε κατεύθυνση προς το λαιμό του. Και δεν αστόχησα. Σε τρία δευτερόλεπτα ήταν νεκρό. Γονατιστός δίπλα του, άφησα το κατσαβίδι και το τσεκούρι να γλυστρίσουν από τα χέρια μου. Άφησα και δυο δάκρυα να κυλήσουν, ώσπου έπεσαν με κρότο μέσα στη λίμνη από το αίμα, και γίναν με μιας ο πιο αρρωστημένος εφιάλτης μου.
Το ζώον ξεμύτισε.
- Είσαι... είσαι... δολοφόνος...
- ...
- Το σκότωσες ρε γαμιόλη...
- Το πρόσεξα.
- Είσαι δολοφόνος ρε.
- Ενώ εσύ...
- Τι... εγώ... δεν... δεν.. θα μπορούσα να το...
- Σκότωσες έντεκα άτομα εχθές το βράδυ. Το θυμάσαι καθόλου;
- Δεν είναι το ίδιο.
- Όχι. Αλλά τα σκότωσες.
- Το ζωντανό δε σου είχε φταίξει σε τίποτα.
- Ούτε εσένα οι μπάτσοι.
- Είσαι μαλάκας ρε. Είσαι άρρωστος.
- ...
- Ένας άρρωστος μαλάκας! Αυτό είσαι!
- ...
- Είσαι...
- Πάρε το πριόνι.
- Τι;
- Πάρε το πριόνι. Πάω επάνω να πλυθώ. Κόψε τρία τέσσερα κομμάτια από τον Κόναν και βάλτα μαζί με τ’ άλλα.
- Τι λες μωρέ μαλάκα;
- Προτίμησε το στήθος και τα πίσω πόδια. Έχουν πιο πολύ κρέας.
- ...
- Βάλτα στη ζυγαριά και ζύγισέ τα. 86.
- 86...
- Ούτε γραμμάριο παρακάτω. Πάω να πλυθώ.
- 86...
- Τελείωνε! Δεν προλαβαίνουμε. Θα έρθει ο Κινέζος.
- ...
- Ναι... ο Κινέζος...
- Τελείωνε μη σε γαμήσω και σένα ρε πούστη μου!
- Νταξει...
- Πάω.
Ήταν τα πιο πολλά σκαλοπάτια που έχω ανέβει ποτέ. Σύρθηκα στο μπάνιο, άνοιξα τη κρύα βρύση στο τέρμα, και χώθηκα κάτω από το παγωμένο νερό. Έβγαλα μια απόκοσμη κραυγή, όχι από το κρύο. Προσπαθούσα να ξεσπάσω, για να χαλαρώσω, αλλά μάταια. Έπρεπε να σκεφτώ μια σημαντική λεπτομέρεια ακόμα. Κι είχα λιγότερο από μία ώρα καιρό. Ή μία ώρα ζωής.
(στο επόμενο: το τέλος)
.
.
.
.
Labels: fiction, heavy drugs, humour, scripta manent
40 Comments:
Subscribe to:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Καλή νύχτα σας αγαπητέ Spy:)
Πάω να πλυθώ χωρίς κραυγή
Ντοπερμαν δε λέω αλλά Κόναν?
Πιστέυω ο κινέζος να μην τα θέλει (τα 86) για σούσι.
Τί άφτερ; Άφτερ Σέηβ;
@ aura:
Eσείς φροντίστε να πάρετε μπόλικο ποπ κορν αύριο. Θα σας χρειαστεί.
@ island(2):
ATTENTION:
DO NOT TRY THIS AT HOME.
(σόρρυ, είχα ξεχάσει να το γράψω στο ποστ...)
Κοιτάχτε αν υποθέσουμε (εντελώς αυθαίρετα) ότι κάνετε F5 κάθε 5 λεπτά, αυτό μας κάνει 12 F5 την ώρα, ε... υπολογίστε πάνω κάτω άλλα 250 περίπου.
(F5)
@ thamnos:
Μα καλά, στα αλήθεια πιστέψατε πως ο Κινέζος είναι κινέζος;
Δε πιστεύω να εννοείτε αυτόν της δίαιτας.
;)
Το κοινό ζητάει περισσότερα επεισόδια. Μην το σφυρίξετε από τόσο νωρίς.
Εκτός κι αν έχει δεύτερη σαιζόν στα προσεχώς!
τώρα λυπήθηκα μωρέ..με το καημένο το ζώο...όχι πως δεν έφαγα φρίκη,αλλά είναι μεγαλύτερη η λύπη..με κατάλαβες;
άσε που πιστεύω πως με το φινάλε θα πάθω εμπλοκή...
Δώσε τον Κινέζο στο λαό!όχι αύριο όμως,θα λείψω δυό μερούλες..μη χασω τον ειρμό!χεχε
καληνύχτες:)
Ελπίζω να φρόντισαν οι ήρωες να πάρουν από το σκύλο κομμάτια που να μην ξεχωρίζουν ότι είναι από ζώο...
Τι να πω... Συμπάσχω... Δύσκολη δουλειά...
DO NOT TRY THIS AT HOME.
(σόρρυ, είχα ξεχάσει να το γράψω στο ποστ...)
Αυτό να το πείτε στον γείτονα που από χτες ψάχνει το Σνούπυ [ε, ναι... την αναπαράσταση την έκανε με το ξένο γατί, αυτό βρήκε πρόχειρο... -δεν είναι τυχαίο το άβαταρ, κάτι ξέρουμε κι εμείς που τον φωνάζουμε άνιμαλ-]
πολύ καλό , περιμένω την συνέχεια αλλα μήπως έχει δίκιο ο SDRyche και πρέπει να συνεχιστεί και 2 σεζόν ?
(μετά την προχθεσινή εγκεφαλική εκσπερμάτιση)
:-)
(συγγνώμη έχω πάρει φόρα και ποιος με σταματάει)
:)
Ευτυχώς δεν έφαγα το πρωΊ.
Εγώ μια σκέτη καλημέρα πέρασα να πω και με πιτσίλισε το αίμα...
Πρέπει να πάω για μπάνιο καυτό όμως.
Καλημέρα ένιγουει
δε μπορεί να σταυρώει κανείς μπουκιά εδώ μέσα!
Επίσης μετά το τέλος αυτής της ιστορίας μήπως να ξεκινήσεις κάτι σε πιο "μια φορά και ενα καιρό...και ζήσαν (όλοι) αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα"? Λεω τώρα...
Aπό το άγχος (για το μέλλον του) τα έχασε.
@ sdryche:
Έχουμε κι άλλες δουλειές να κάνουμε κύριε. Tι το περάσατε;
(γυρνάω μια σειρά με τον Ψωμιάδη τώρα)
@ nana**:
Nα το γράψετε στο video.
(για τη Madonna πάτε κι εσείς;)
Mε ποιόν ακριβώς συμπάσχετε;
Mε το σκύλο;
@ anepidoti:
Tο μόνο νεφελώδες εδώ, είναι το μπάτζετ της παραγωγής, εξ ου και το αποτέλεσμα...
@ mamma:
Ποιός είναι ο γείτονας;
O κ. Σούλτς;
Άμα συνχρηματοδοτήσετε την παραγωγή το συζητάμε...
@ L' Aesthéte Soleil:
Πω, πω, ερωτήσεις;
Παρουσιαστής τηλεπαιχνιδιού είστε κύριε;
@ kopoloso:
Γιατί; Eσείς δηλαδή δεν κάνετε τσιγάρο;
(μετά...;)
Ποιός χασάπης;
Ποιός κινέζος;
"Ποιός...;
Ποιός...;
Ποιός μωρό μου ποιός;"
@ δήμητρα:
Tην άλλη φορά να περνάτε βράδυ.
Που είναι και φρέσκο το ψητό...
@ naf:
Πω, πω, βρωμόστομα...
Σε νταλίκα δουλεύετε μαντάμ;
Tι εννοείτε "σταυρώσει";
Ξέρετε κάτι και δεν το λέτε;
@ one happy dot:
Yποννοείτε κάτι για το τρυφερόν του χαρακτήρος μου;
Τι λες τώρα;!
Άντε, άντε.. ξύπνα!
Κυριέ Spy η μόνη εφικτή χρηματοδότηση είναι οι σκέψεις μου , απο λεφτά τζίφος
Θ.
I beg your pardon?
@ k@terin@:
Kαλά. Aφήστε ότι προαιρείσθε.
(Oύτε μια επαιτεία της προκοπής δεν μπορούμε να κάνουμε πια...)
@ ανώνυμος(Θ.):
Γιατί; Πότε είπα εγώ ότι θα το κάνω αυτό;
@ L' Aesthéte Soleil:
M' αρέσει που βιάζεστε κιόλας...
Σας πιέζουν από το κοντρόλ;
μολις διαβασα για τεμαχισμο σκυλου?
θα τριζουν τα κοκκαλα του φρανσουα γιαμπατζολια απο υπερτατη δικαιωση
Μη δείτε αίμα εσείς...
Αμέσως...
@ wert01gf:
Μα δεν κοιμάμαι. Τη γράφω.
@ patsiouri:
Ε, τότε μη διαβάσετε το τέλος.
Έχω πιάσει θέση με πόκ κόρν, πασατέμπο, αναψυκτικά, σουβλάκια, μπύρες, τσιγάρα, πούρα, απιρίνες, υπόθετα, τσάϊ του βουνού, και φωτογραφική μηχανή.
Φαντάζομαι ότι η προβολή θα αρχίσει μόλις σβήσουν τα φώτα έτσι;
Άν αργήσω, φύγετε.
Απλά πάρτε κι ένα sleeping bag μαζί σας καλού κακού. Το έργο είναι τετράωρο...