Μια παλιά τρακαρισμένη λιμουζίνα ήρθε και με πήρε.
Φρέναρε απότομα μπροστά στο σπίτι μου, άνοιξα την πόρτα, μπήκα μέσα, φύγαμε. Χωρίς πολλά πολλά. Στη θέση του οδηγού δεν έβλεπα ποιός ήταν. Όχι βέβαια για κάποιον περίεργο λόγο, απλά κοιτούσα μόνο έξω.
Σταμάτησε σε ένα ξεχαρβαλωμένο περίπτερο στην παραλιακή. Ο οδηγός βγήκε, πήρε κάτι, ξαναγύρισε. Χωρίς να με κοιτάξει μου πέταξε στη μούρη ένα πακέτο τσιγάρα. «Κάπνισε» μου είπε ξερά. Κάπνισα.
Μετά σταμάτησε έξω από ένα σπίτι που φάνηκε κάπως οικείο. Βγήκε πάλι. Πάτησε ένα κουδούνι, το προτελευταίο από πάνω. Σε λίγο κατέβηκε η ανηψιά μου, μπήκε μέσα στη λιμουζίνα, της έδωσα όλα τα παιχνίδια μου από τον πόλεμο, που παραδόξως βρήκα στο δίπλα κάθισμα, κι ένα ζεστό φιλί στο κούτελο. Έφυγε χαμογελώντας.
Δεν απόρησα ούτε για μια στιγμή. Αυτός φαινόταν να ξέρει καλά τι κάνει, κι εγώ αισθανόμουν μια ζεστή σιγουριά. Χάζευα μόνο τα χαλασμένα φώτα του δήμου που τρεμοπαίζανε σε κάτι καχεκτικές κολώνες, καθώς απομακρυνόμασταν. Η θάλασσα στο πλάι έκανε θόρυβο. Κόντευα να αποκοιμηθώ.
Σταμάτησε πάλι με ένα ακόμα πιο απότομο φρενάρισμα, που μ’ έφερε να ερωτοτροπώ με το προσκέφαλό του. Γύρισε αποτομα προς τα πίσω και μου έριξε μια δυνατή μπουνιά στα δόντια. Έφτυσα λίγο αίμα, αλλά επάνω μου, όχι στο κάθισμα, για να μη φάω κι άλλο ξύλο. Το έκρυψα κάτω από το μανίκι μου.
Στα λιμανάκια ακριβώς τελείωσε η βενζίνη. Περίεργο. Η λιμουζίνα σύρθηκε μέχρι την άκρη του χωματόδρομου και σταμάτησε απαλά αυτή τη φορά μέσα στο μισοσκόταδο. Εκείνος βγήκε. Μου άνοιξε την πόρτα και περίμενε. Εγώ έδεσα καλύτερα τον κόμπο της γραβάτας μου, σαν να ‘παιζε ρόλο πως θα με δούνε, κι έσβησα ένα ακόμα τσιγάρο στο ξερό χώμα.
«Μέχρι εδώ» είπε ξερά.
«Ξέρω» αποκρίθηκα πράος, προσποιούμενος πως ήξερα.
«Τώρα πρέπει να πετάξεις» διέταξε.
«ΞΕΡΩ!» φώναξα. Ψέμματα.
Στο διάολο κι οι οδηγίες χρήσεως! Τσαλάκωσα το χαρτί αλλά το έβαλα στη μέσα τσέπη του μπουφάν μου, τέτοιος ήρωας υπήρξα. Πλησιάσαμε και οι δύο αθόρυβα στην άκρη των βράχων. Τον χτύπησα απαλά στην πλάτη σαν να τον χαιρετούσα. Εκείνος, αλύγιστος, έγειρε μπροστά κι έπεσε κατακόρυφα στο αχανές μαύρο. Σε λίγο διαμελίστηκε με κρότο κάτω χαμηλά, σαν να μου έδειχνε την απόσταση.
«Πάμε» είπα από μέσα μου,
και πέταξα πάνω απο ένα τεράστιο ποίημα.
.
.
.
.
.
.
Φρέναρε απότομα μπροστά στο σπίτι μου, άνοιξα την πόρτα, μπήκα μέσα, φύγαμε. Χωρίς πολλά πολλά. Στη θέση του οδηγού δεν έβλεπα ποιός ήταν. Όχι βέβαια για κάποιον περίεργο λόγο, απλά κοιτούσα μόνο έξω.
Σταμάτησε σε ένα ξεχαρβαλωμένο περίπτερο στην παραλιακή. Ο οδηγός βγήκε, πήρε κάτι, ξαναγύρισε. Χωρίς να με κοιτάξει μου πέταξε στη μούρη ένα πακέτο τσιγάρα. «Κάπνισε» μου είπε ξερά. Κάπνισα.
Μετά σταμάτησε έξω από ένα σπίτι που φάνηκε κάπως οικείο. Βγήκε πάλι. Πάτησε ένα κουδούνι, το προτελευταίο από πάνω. Σε λίγο κατέβηκε η ανηψιά μου, μπήκε μέσα στη λιμουζίνα, της έδωσα όλα τα παιχνίδια μου από τον πόλεμο, που παραδόξως βρήκα στο δίπλα κάθισμα, κι ένα ζεστό φιλί στο κούτελο. Έφυγε χαμογελώντας.
Δεν απόρησα ούτε για μια στιγμή. Αυτός φαινόταν να ξέρει καλά τι κάνει, κι εγώ αισθανόμουν μια ζεστή σιγουριά. Χάζευα μόνο τα χαλασμένα φώτα του δήμου που τρεμοπαίζανε σε κάτι καχεκτικές κολώνες, καθώς απομακρυνόμασταν. Η θάλασσα στο πλάι έκανε θόρυβο. Κόντευα να αποκοιμηθώ.
Σταμάτησε πάλι με ένα ακόμα πιο απότομο φρενάρισμα, που μ’ έφερε να ερωτοτροπώ με το προσκέφαλό του. Γύρισε αποτομα προς τα πίσω και μου έριξε μια δυνατή μπουνιά στα δόντια. Έφτυσα λίγο αίμα, αλλά επάνω μου, όχι στο κάθισμα, για να μη φάω κι άλλο ξύλο. Το έκρυψα κάτω από το μανίκι μου.
Στα λιμανάκια ακριβώς τελείωσε η βενζίνη. Περίεργο. Η λιμουζίνα σύρθηκε μέχρι την άκρη του χωματόδρομου και σταμάτησε απαλά αυτή τη φορά μέσα στο μισοσκόταδο. Εκείνος βγήκε. Μου άνοιξε την πόρτα και περίμενε. Εγώ έδεσα καλύτερα τον κόμπο της γραβάτας μου, σαν να ‘παιζε ρόλο πως θα με δούνε, κι έσβησα ένα ακόμα τσιγάρο στο ξερό χώμα.
«Μέχρι εδώ» είπε ξερά.
«Ξέρω» αποκρίθηκα πράος, προσποιούμενος πως ήξερα.
«Τώρα πρέπει να πετάξεις» διέταξε.
«ΞΕΡΩ!» φώναξα. Ψέμματα.
Στο διάολο κι οι οδηγίες χρήσεως! Τσαλάκωσα το χαρτί αλλά το έβαλα στη μέσα τσέπη του μπουφάν μου, τέτοιος ήρωας υπήρξα. Πλησιάσαμε και οι δύο αθόρυβα στην άκρη των βράχων. Τον χτύπησα απαλά στην πλάτη σαν να τον χαιρετούσα. Εκείνος, αλύγιστος, έγειρε μπροστά κι έπεσε κατακόρυφα στο αχανές μαύρο. Σε λίγο διαμελίστηκε με κρότο κάτω χαμηλά, σαν να μου έδειχνε την απόσταση.
«Πάμε» είπα από μέσα μου,
και πέταξα πάνω απο ένα τεράστιο ποίημα.
.
.
.
.
.
.
Labels: almost dreams, brain-fuck, heavy drugs, images, journeys
41 Comments:
Subscribe to:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
και ειδικά όταν μας φτιάχνει τον κόμπο άλλος
ωραίο ποστ Spy , η επιτομή της αισιοδοξίας
υ.γ. δεν νομιζω πως πρεπει να με ξαναμαλωσετε για το ονομα μου... ποστ αυτοκτονιας δεν εχω γραψω ακομα οποτε...
(μα τι πεζότης!)
Ματαιόδοξοι, άλλοι λίγο άλλοι πολύ, είμαστε όλοι. Πραγματικά αισιόδοξοι, πόσοι είμαστε; Ελάχιστοι; Μάλλον. (Πολύ αισιόδοξο αυτό, ε;)
δεν θα σας ενοχλώ.
Υ.Γ. αυτό το τσιγάρο πρέπει να έχει θέση σε κάθε σας post ? Έτσι μια απορία να την έχουμε !!
ξέρεις τα 2 άλογα...κτλ..κτλ...
να μου φέρετε τα μάτια μου σαν κλείσω...κτλ..κτλ...
Σελιτσάνος.
Συγνώμη...
Ο άλλος γιατί γκρεμοτσακίστηκε ενώ εσείς πετάξατε πάνω από ένα τεράστιο ποίημα ( whatever that means...) :)
Συγχωρέστε με, αλλά αυτές τις μέρες είμαι λίγο κουρασμένη και δυσκολεύομαι λίγο με τα σουρρεαλιστικά σας... :)
E, άμα ήταν έτσι όλοι οι καθηγητές κολύμβησης θα ήταν άνεργοι.
@ curiouscharlotte:
Θα συνεχίσω να σας μαλώνω διότι:
α) Στου κυρίου κ.κ.μοίρη πάτε "χωρίς τη γκρι ζακέτα σας" όπως χαρακτηριστικά σας είχε γράψει και ζηλεύω.
β) Ποστ αυτοκτονίας ούτε εγώ έχω γράψει. Το συγκεκριμένο σφίζει από αισιοδοξία. Άλλο που εσείς τα βλέπετε όλα μαύρα (άντε, μπλε σκούρο...)
γ) Ακόμα κι αν είχατε δίκιο, ποιός θα μας σώσει; Αν είμαι μαύρος εγώ κι φέρνει κι ο καθένας τη μαυρίλα του μαζί ως δώρο επίσκεψης, την βάψαμε ομαδικώς εδώ μέσα.
(πω, πω... πάρλα...)
@ manetarius:
Αυτό το "πεζότης" τι ακριβώς μέρος του λόγου είναι; Απαρέμφατο;
@ next_day:
Κοιτάξτε να δείτε (!)
Άμα τα λουλούδια που λέτε έχουν φυτρώσει πάνω σε κανέναν ξερόβραχο, δεν είναι και τόσο ρομαντικά τα πράγματα...
Το αν μπορώ θα το δούμε στο τέλος.
Στην προσγείωση.
@ thamnos:
(ωραίος τίτλος για ποστ! thanx)
@ deadend mind:
Που τους είδατε τους πολλοί καλέ;
Άλλος ένας ήσαντε.
@ chichipiru:
Μα τι λέτε; Ελεύθερα!
(ύπτιο ξέρετε;)
"Δεν υπάρχουν παθητικοί καπνιστές.
Μόνο αντιπαθητικοί αντικαπνιστές."
(άλλος το 'πε, αλλά μου άρεσε)
@ wert01gf:
Να πάρει ο διάολος!
@ Λασπολόγος:
"το ένα τ' άλογο να είναι άσπρο
όπως τα όνειρα που έκανα παιδί,
το άλλο τ' άλογο να είναι..."
(δεν το συνεχίζω γιατί θα μου πετάξουνε κανένα σχόλιο στο κεφάλι)
@ Σελιτσάνος:
Είναι σαν του Τζέημς. Και να τις πιάσει, το ξαναφουσκώνουν μόνες τους.
@ chichipiru:
Ήταν cyborg!
Ενώ εγώ είμαι ο Houlk!
(άμα σας τα εξηγούσαμε όλα δεν θα ήταν πλέον σουρρεαλιστικά...)
(Θυμήστε μου μια Κυριακή που θα ευκαιρούμε να συντάξουμε το Πρωτόκολλο επιδότησης καπνίσματος)
cocktail...the flying Dutchman
1.5oz gin
dash triple sec
lime
Stir over ice cubes in a small highball glass. Squeeze a lime wedge over drink and drop into the drink.
Οι μελλοθάνατοι διεκδικούν δεν γίνονται δότες!
Ο οδηγός της λίμο
ήταν ένα emo.
Δεν χρειάστηκε. Είχα καπνίσει όσα μου χρειάζονταν.
(ποιός ευκαιρεί την Κυριακή;)
@ chichipiru:
Μα θα με τρελάνετε; Άλλο ποστ διαβάζατε; Κανείς δεν έμεινε στη λιμουζίνα!
@ thamnos:
Στα αγγλικά το... εμπνευστήκατε;
Οι μελλοθάνατοι;
Για ποιόν μιλάτε;
@ neuclone:
Ε, ναι.
Αυτό δεν αντέχεται.
@ neni:
Άμα τα καταφέρετε τόσο καλά και στη συνέχεια θα το αντέξω.
(του τη σκάσατε δηλαδή του οδηγού)
Την καλησπέρα μου.
Καλημέρα σας.
(μας μάθαιναν συνταγές..μμμ..)
η λίμο δεν είχε τζαμάκι διαχωριστικό στο εσωτερικό;
πεζότης, -τητος
ουσιαστικό. καθαρεύουσα της λέξεως πεζότητα, -τητας
Μόνο που εκείνος βουτούσε από ψηλά βιομηχανικά κτίρια και προσγειωνόταν σε καταγώγια δίπλα στην γυναίκα-παγίδα και στον αλαφιασμένο Κέιβ.
Δεν ξέρω ποιο είναι το καλύτερο.
Οχι η παθητικη σταση δεν με ξαφνιασε.
(με το αλλο ματι διαβαζω το πρωτο σχολιο του κυριου ΚΚΜοιρη και γελαω:)
Δεν με ξαφνιασε λοιπον αυτη η παθητικη σταση και η αισθηση σιγουριας.
Το τελος ειναι προδιαγεγραμμενο
και οι πιο υψηλες πτησεις
..ειναι μεσα απο ενα ποιημα πτωσης.
Eχω κανει ενα παρομοιο ταξιδι μεσα απο μια γονδολα. Οι γονδολες ειναι για μενα οτι για σας ..οι λιμουζινες.
Υπεροχο κυριε Spy!
(η προσγείωση θα δείξει...)
@ neni:
! ! ! ! ! ! ! !
@ so_far:
Ναι που να πάρει ο διάολος!
@ MpinelikoMistress:
Καλά, μην το λέτε.
Αυτό βρέθηκε μπροστά μου εκείνη την ώρα.
(έχω πετάξει και πάνω απο χειρότερα)
Τους αγράμματοι αναγνώστες μου, μέσα...
@ ο άλλος:
Στο επόμενο θα δείτε καλύτερα ακόμα τι ήρωας υπήρξα...
@ thamnos:
Entaksei.
@ b|a|s|n\i/a:
Δεν είχε. Ήταν παλιάς κοπής.
(ελπίζω η γραμματικές υποδείξεις να ήταν για το μανιτάρι, αλλιώς θα παρεξηγηθώ)
Χάλια ήταν, αλλά σας ευχαριστώ για το κουράγιο.
@ theorema:
Ε, δεν θα με συγκρίνετε και με τον Βέντερς... Έλεος!
(εγώ είμαι καλύτερος)
:)
@ talisker:
Η vs Ω.
(ένα γράμμα τις χωρίζει. τις λέξεις)