Επιτέλους!
Ένας καλλιτέχνης που μπόρεσε να αποδώσει με ακρίβεια τη ψυχοσύνθεσή μου.
Σα να με βλέπω μπροστά μου...



(δυναμώστε ΟΠΩΣΔΗΠΟΤΕ το volume!)

by: tmarchant
.




Να σέβεσαι πάντα τους φόβους των άλλων” μου είχε πει.

Ήταν πολλά χρόνια μεγαλύτερός μου κι είχε φάει τη ζωή με το κουτάλι, κάτι παραπάνω θα ήξερε. Ήταν κι αυτό το βαθύ βλέμμα του που όταν σου μίλαγε χανόσουν μέσα του και σε απορροφούσε, κάνοντας τα λόγια του ν’ ακούγονται στο κεφάλι σου στεντόρεια, σα φωνή θεού.

Μην παίξεις ποτέ με το φόβο ενός ανθρώπου. Μην τον υποτιμήσεις.

Μην τον περιγελάσεις, μήτε να τον αγνοήσεις. Ποτέ.

Αυτό το “ποτέ” με στοίχειωνε από τότε. Λες και ήξερε πως θα το ‘κανα και με μάλωνε προκαταβολικά. Αλλά εγώ δεν είχα τέτοιο σκοπό. Κάθε του συμβουλή ήταν για μένα ευαγγέλιο. Μια εντολή που όφειλα να υπακούσω ευλαβικά. Νόμος.

Να σέβεσαι πάντα τους φόβους των άλλων

Και τώρα;
Τι στο διάολο έπρεπε να κάνω;

Δεκαοχτώ ολόκληρα χρόνια στο μικροβιολογικό εργαστήριο, είχαν δει τα μάτια μου κάθε λογής αντίδραση στις ενέσεις. Άνθρωποι σφίγγονταν, μάτωναν τα χείλη τους, άλλοι χτυπιόντουσαν, φώναζαν ή κατάπιναν βουβά ένα τεράστιο μουγκρητό. Μερικοί σε κοιτούσαν στα μάτια παρακαλετά, λες κι αν τους λυπόσουν θα μίκραινε η βελόνα και δεν θα πονούσαν, άλλοι κοιτούσαν στο πάτωμα, στο παράθυρο, στα φώτα της αίθουσας ή διάβαζαν τις ετικέτες από τα φάρμακα για να ξεχαστούν.

Αυτή η κοπέλα όμως ήταν μια ξεχωριστή περίπτωση.
Παρόλο που το χαρτί το έγραφε καθαρά “Γενική Αίματος”, μπήκε μέσα αποφασιστικά, κλώτσησε την πόρτα πίσω της και ούρλιαξε ξεκάθαρα μέσα στο αυτί μου:
Μη διανοηθείς να με τρυπήσεις, πέθανες!” με τρόπο που δεν σου άφηνε κανένα περιθώριο αμφιβολίας για το αν το εννοεί…
Τη ρώτησα ψύχραιμα αν ήταν σίγουρη για την εξέταση, κι έγνεψε καταφατικά ενώ τα μάτια της πετούσαν ακόμη σπίθες.
Ξέρετε… δεν υπάρχουν και πολλοί τρόποι για να πάρουμε αίμα, για αυτό αν θέλετε… ε…
Αν με τρυπήσεις, Π-Ε-Θ-Α-Ν-Ε-Σ!” επανέλαβε τονίζοντας κάθε γράμμα ξεχωριστά. Να βρεις άλλον τρόπο!


… … … …

Δεκαοχτώ ολόκληρα χρόνια με έχουν κάνει ιδιαίτερα εφευρετικό στις δύσκολες περιπτώσεις. Μπορεί ετούτη εδώ να ξεπερνούσε κάθε βαθμό δυσκολίας, αλλά δε γεννήθηκε ακόμα ο άνθρωπος που θα με βγάλει άχρηστο στη δουλειά μου.

Την οδήγησα ευγενικά σε ένα πιο “ιδιαίτερο” δωμάτιο, την έβαλα να καθίσει σε μια άνετη πολυθρόνα και της έδωσα ένα περιοδικό να χαζέψει. Λίγη απαλή μουσική έκανε την ατμόσφαιρα πιο χαλαρωτική. Ύστερα μετακινήθηκα προσεκτικά και σχεδόν αθόρυβα, ώσπου έφτασα από πίσω της. Όταν ήμουν πλέον εκτός οπτικού της πεδίου, σήκωσα χωρίς δισταγμό το βαρύ τσεκούρι και το κατεύθυνα με όλη μου τη δύναμη πάνω στον κατάλευκο σβέρκο της.

Το κεφάλι της έπεσε ακαριαία στο πάτωμα με έναν γλοιώδη γδούπο, και άπλετο αίμα πλημμύρισε το χώρο. Έβγαλα από την τσέπη μου το μικρό γυάλινο δοχείο της δειγματοληψίας, το πλησίασα στον ανοιχτό λαιμό της και το άφησα να γεμίσει με το αίμα που πεταγόταν από τις ορφανές της αρτηρίες ,στο τέμπο με το οποίο σπαρταρούσε ακόμα η καρδιά στο ακρωτηριασμένο σώμα.

Άει στο διάολο, μαλάκω!” μουρμούρισα την ώρα που τοποθετούσα το καπάκι, αλλά γρήγορα ξαναπήρα το καθημερινό μου ύφος, άλλαξα ρόμπα, κλείδωσα βιαστικά το δωμάτιο του γιατρού χωρίς να με δει κανείς και κατευθύνθηκα ψύχραιμος προς την ρεσεψιόν.

“Το δείγμα της κυρίας Ιωάννου” είπα με το πιο ουδέτερο και βαρετό ύφος του κόσμου στην Μαριάννα, που ως συνήθως προσπαθούσε να εξηγήσει στο τηλέφωνο σε κάποιον δύσμοιρο πώς να έρθει στο εργαστήριό μας. Μου έκλεισε το μάτι, πήρε το μικρό μπουκαλάκι και αφού σημείωσε κάτι πάνω του το έβαλε μαζί με δεκάδες άλλα στον πάγκο πίσω της.

Βγήκα στην αυλή για να καπνίσω το καθιερωμένο μου τσιγάρο.

Ζέστανα τα χέρια μου σε μια αχνιστή κούπα καφέ, και η μόνη λέξη που μου ερχόταν στο μυαλό όσο έψαχνα τον αναπτήρα μου ήταν:
Μαλάκω! ε, μαλάκω!





.



Ως εκ τούτου, δεν είχε τίποτε πλέον να πει στον ψυχαναλυτή του.
Τον ευχαρίστησε θερμά για τη μέχρι τώρα βοήθειά του, του ορκίστηκε πως χωρίς αυτόν θα ήταν έναν αιώνα ακόμα πίσω, και τον αντάμειψε με κάτι χαλασμένους κουραμπιέδες που φύλαγε από πέρσι τα Χριστούγεννα για ώρα ανάγκης.

Βγήκε βιαστικά από την κεντρική είσοδο του κτιρίου, και σήκωσε το χέρι στο πρώτο ταξί που πέρασε από μπροστά του. Μόλις κάθισε στη θέση του συνοδηγού έριξε μια κλεφτή ματιά στη φάτσα του ταξιτζή, και μόνο τότε ένιωσε πραγματική ανακούφιση: αυτός εδώ θα τον καταλάβαινε απόλυτα και χωρίς πολλές πολλές ερωτήσεις.

- “Που πάμε κύριε;”
- “Στο Άλφα του Κενταύρου. Ξέρετε που είναι;”
- “Μα φυσικά!” αποκρίθηκε ο συμπαθής οδηγός με το πράσινο δέρμα.
- “Συγγνώμη, δεν ήθελα να σας θίξω, δεν το ξέρουν όλοι βλέπετε…”
- “Παρακαλώ, τι λέτε τώρα; κανένα πρόβλημα!”
- “Μόνο, αν θέλετε, ακολουθήστε τη διαδρομή Κρόνος - Πλούτωνας - Νέφος του Όορτ, και μετά την Ανδρομέδα στρίβουμε δεξιά στα φανάρια. Από ‘κει δεν έχει κίνηση τέτοια ώρα και δεν κινδυνεύουμε να τρακάρουμε και το διαστημόπλοιο της γυναίκας μου πουθενά. Δεν θα άντεχα τη γκρίνια της τέτοια ηλιόλουστη μέρα” έδωσε τις οδηγίες του καθώς άνοιγε το ταπεράκι του για να φάει ένα μικρό χαριτωμένο κοάλα με μοτσαρέλλα, ντομάτα και βασιλικό.
- “Χμμ… αντιλαμβάνομαι πως ταιριάζουμε εμείς οι δύο. Από ‘κει ακριβώς θα πήγαινα κι εγώ” κροτάλισε με τη φιδίσια κίτρινη γλώσσα του ο συμπαθής οδηγός, ενώ πυροδοτούσε τους φουλαρισμένους με βότκα πυραύλους του οχήματος.
- “Ξέχασα να συστηθώ πριν. Να με συγχωρείτε” απάντησε μπουκωμένος, αλλά καθόλου ενοχλημένος από την συμφωνία απόψεων που διέβλεπε. “Ζμπέγκου Γκα Φόλμπρογκλντ. Εμπορικός αντιπρόσωπος των Κενταυριανών με ειδικότητα στις κυβερνητικές εξαγγελίες και τις αθλητικές ειδήσεις.”
-“Γκρατς. Φλόμπι Γκρατς. Χάρηκα κύριε.” Απάντησε χαμογελαστά η τεράστια σαύρα που κρατούσε το τιμόνι του οχήματος. Είστε έτοιμος;

-“
Γεννήθηκα έτοιμος!χρησιμοποίησε μια κλεμμένη ατάκα στα γρήγορα.


Βζζζζζίιιιννννν….!








.



Την επόμενη μέρα τα πάντα ήταν διαφορετικά.

Μόλις ξύπνησε, έπλυνε τα μούτρα του στην τηλεόραση, βούρτσισε τα δόντια του με μια παλιά γραβάτα, έφαγε μια εφημερίδα με βούτυρο και μαρμελάδα διαβάζοντας την ετικέτα από τη σκυλοτροφή, κι έκανε λίγη πρωινή γυμναστική στο παλιό του κασετόφωνο.
Έπειτα, αναζωογονημένος όπως ήταν, έβγαλε τη βιβλιοθήκη του βόλτα κι άφησε τον σκύλο να κατουρήσει στο μπαλκόνι. Φόρεσε κατόπιν βιαστικά ένα βάζο στο κεφάλι κι ένα ζεστό και μαλακό ζευγάρι βάφλες στα πόδια, και ξεκίνησε για τη δουλειά με το αγαπημένο του ιπτάμενο αλουμινόχαρτο.

Επιτέλους!

Όλα ξαναβρήκαν τον κανονικό τους ρυθμό
και του φαίνονταν πλέον φυσιολογικά...

.



Κι όταν ξημέρωσε, προσπάθησε να σηκωθεί όπως πάντα από τον καναπέ, και να πάει να αναπληρώσει το χαμένο ύπνο του διημέρου, είδε όμως να βγαίνουν απαστράπτοντες απ’ το δωμάτιό του και να κατευθύνονται προς την έξοδο ο Γούντι Άλλεν, ο Τζίμης Πανούσης, ο Κάπταιν Τζακ Σπάρροου, ο ξάδερφός του ο Μένιος, ο Οσάμα Μπιν Λάντεν, ο Μίστερ Μπιν, ο Μπάτμαν, ο Λάρρυ Κινγκ, ο Νικ Κέιβ, ο Έλβις, ο Βάσκο ντε Γκάμα κι ο Τζάκσον Πόλλοκ,
και κατάλαβε μεμιάς πως πάλι σε λάθος ξενοδοχείο κατέληξε μετά το χθεσινοβραδινό όργιο κόκας, οπότε αποφάσισε να μην ξανακοιμηθεί ποτέ και ειδικά με εκείνα τα σκαρπίνια που τον χτυπάνε στον αστράγαλο.

Όλο μαλακίες έκανε τώρα τελευταία…


.



Παρέδωσα την εργασία στον πελάτη μου. Κάποτε θα με πληρώσει. Τακτοποίησα το σπίτι, σιδέρωσα και έβαλα φαΐ και νερό στο σκύλο. Αγκάλιασα τη μάνα μου και τον πατέρα μου σφιχτά, είπα σε όσους αγαπώ ότι τους αγαπώ και έκανα σέρβις στην μηχανή και στο αμάξι.

Κατοχύρωσα τα πνευματικά δικαιώματα από τα γραπτά μου, τις μουσικές μου και τους πίνακες που ζωγράφισα. Αγόρασα περισσότερη RAM και μεγαλύτερο σκληρό δίσκο. Πήρα κι έναν στον φίλο μου που τον αγαπάω. Τ’ απόγευμα θα ζητήσω συγγνώμη από έναν άλλον. Το βράδυ θα χαρίσω τα εισιτήρια μου για το σινεμά σ’ ένα ερωτευμένο ζευγάρι.

Τακτοποίησα όλα τα ρούχα μου στη ντουλάπα, άνοιξα τις πόρτες του σπιτιού για να μη βρωμάει τσιγαρίλα όταν γυρίσει το παιδί μου, κι αγόρασα ψωμί, γάλα, μέλι και λουλούδια για τη γυναίκα μου.

Έβρισα έναν μαλάκα από μια εισπρακτική εταιρία στο τηλέφωνο.

Άναψα το θερμοσίφωνο για λίγο, πλύθηκα.

Έκανα save σ’ όλα τα έγγραφά μου.

Έβαλα after shave.

Θα μ’ αφήσετε τώρα,
να μείνω για λίγο στο ντουλάπι μου;



.




- Έφυγε;
- Τι;
- Έφυγε λέω;
- Ποιος να έφυγε;
- Ο μαλάκας! Ποιος άλλος;
- Ναι, έφυγε.
- Σίγουρα;
- Ναι ρε πουλάκι μου. Έφυγε.
- Οριστικά;
- Ώχου...
- Λέγε μωρή. Είναι σοβαρό το θέμα!
- ΕΦΥΓΕ λέμε!
- Πήρε και τα πράγματά του;
- Τι λες μωρέ;
- Τα πράγματά του! Τα πήρε ή θα ξανάρθει αργότερα;
- Κάτσε να δω...
- ...
- Τα πήρε.
- Σίγουρα;
- (ω, ρε πούστη μου ένας σπασαρχίδης) Ναι αγάπη μου!
- Άντε, στα τσακίδια να πάει...
- Ναι, εντάξει, θα βγεις τώρα από ‘κει μέσα;
- Όχι. Ο άλλος ήρθε;
- Ήρθε.
- Και;
- Τι και;
- Και πως είναι;
- Πως να είναι; Κανονικός.
- Δηλαδή;
- Ψηλός, μελαχρινός, με μυώδες σώμα, θεληματικό πηγούνι...
- Ρε, θα σε σκοτώσω! Με δουλεύεις;
- Ε, μα τι θέλεις να σου πω ρε πούστη μου; Κοτζάμ άντρας και κάθεσαι και κρύβεσαι στο ντουλάπι της κουζίνας: Άντε βγες από κει μέσα!
- Λέγε πως είναι γαμώ το κερατό μου!
- Που θες να ξέρω χριστιανέ μου; Ούτε μια μέρα δεν έχει που ήρθε!
- Φαίνονται αυτοί άμα είναι μαλάκες. Δεν τον είδες τον άλλον; Από τη πρώτη στιγμή μου κάθισε στο λαιμό.
- Καλός φαίνεται τούτος εδώ...
- Σου ζήτησε τίποτα;
- Όχι. Δεν έχει μιλήσει ακόμα.
- Αυτό φοβόμουν...
- Τι;
- Τίποτα. Άμα μιλήσει πες μου, ε;
- Ρε, θα βγεις από κει μέσα επιτέλους; Θέλω να πάρω τα απορρυπαντικά να καθαρίσω το σπίτι.
- Να πας ν’ αγοράσεις άλλα. Δεν πάω πουθενά μέχρι να σιγουρευτώ!
- Μέχρι να σιγουρευτείς εσύ θα έχεις περάσει στην αποσύνθεση!
- Καλά θα κάνω.
- Ναι αλλά μετά θα πρέπει να καθαρίσω και τη μυρωδιά από την κουζίνα, και η πτωμαΐλα δε φεύγει εύκολα...
- Δε με χέζεις ρε γυναίκα κι εσύ και το χιούμορ σου!
- Μα είναι δυνατόν κοτζάμ άντρας...
- Παράτα μας!
- ...
- Να με ειδοποιήσεις όταν δώσει τα πρώτα σημεία γραφής.
- Κι αν πάρουν από τη δουλειά σου τι να τους πω; Ότι κάνεις remote-check-up στο νέο χρόνο από το μυστικό σου εργαστήριο;
- Πες τους ότι πέθανα οριστικά και αμετάκλητα. Μπορεί να σου δώσουνε και κανα επίδομα...
- Θεός φυλάξοι! Έχεις τρελαθεί τελείως ανθρωπέ μου; Σ’ έχει βαρέσει κατακούτελα το σκοτάδι και η μοναξιά;
- Μπα, αυτά δεν μ’ ενοχλούν. Κάτι μουχλιασμένα κρεμύδια εδώ μέσα με ψιλοπειράξαν στην αρχή αλλά μετά συνήθισα.
- Μα θα πεθάνεις απ’ την πείνα στο τέλος.
- Γιατί; Αφού τρώω τα κρεμύδια.
- Κι άμα τελειώσουν;
- Θα φάω το Azax για τα δάπεδα...
- Δε μπορώ άλλο. Κάνε ότι θέλεις. Πάω ν’ ασχοληθώ με το παιδί.

(γντουπ!: πόρτα)

- Γυναίκα!
- ...
- Γυναίκαααα!!!
- ...
- ΑΑΑΑΑΑΑαααααααααρρρργγκγκγκγκγκ!!!!!
- Τι θες πάλι;
- Μπορείς να μου πετάξεις τα τσιγάρα μου από κάτω απ’ το πορτάκι;



.

My personal songs:


Land GigsQuantcast

 

Blogger Template | Created by: Spy