...είναι άσπρο με γκρι και γαλάζια μπιρμπιλόνια.










.



Τίναξα τους υπόλοιπους κόκκους άμμου από πάνω μου και κοίταξα τριγύρω. Έξω από το κρύσταλλο είχε λιακάδα και πρέπει και να φυσούσε λιγάκι, εδώ μέσα όμως ήταν σαν να μην υπήρχε καιρός, ή μάλλον, επειδή αυτό δεν είναι εφικτό, σαν να μην έπαιζε κανέναν ρόλο ο καιρός. Ναι, σίγουρα δεν έπαιζε κανέναν ρόλο. Κυλούσα κι εγώ μαζί με όλους τους άλλους προς το στενό μικρό άνοιγμα, ανεξαρτήτως καιρικών συνθηκών, αργά και ακανόνιστα, ποτέ πιο γρήγορα και σίγουρα ποτέ πιο αργά.

Είναι φανερό πλέον πως όσο πλησιάζω προς το άνοιγμα τόσο περισσότερο φορτίο πρέπει να ξεφορτωθώ -το μόνο σίγουρο είναι πως δε χωράμε όλοι μαζί- και μιας και είμαι ολόγυμνος αντιλαμβάνομαι πως πρέπει να απαλλαγώ πάραυτα από τις περιττές παρουσίες γύρω μου, έτσι αρχίζω και τους κλωτσάω έναν έναν, μέχρι που ο υμένας που μας ένωνε μέχρι πρότινος γίνεται σαν διαλυμένο ελαστικό σε αγώνα παγκοσμίου πρωταθλήματος, που μόλις έληξε άδοξα τουλάχιστον για έναν.

Πιο ελαφρύς λοιπόν τώρα, φτάνω επικίνδυνα κοντά στο σημείο που -θέλω δε θέλω- θα ανακαλύψω αν είμαι μέσα σε χωνί ή μέσα σε κλεψύδρα. Κι εντάξει αν είμαι σε κλεψύδρα. Κάποιος απελπισμένος θα τη γυρίσει κάποτε ανάποδα και όλες οι διαδρομές θα ξαναρχίσουν σαν σε ξεχαρβαλωμένο τρενάκι του τρόμου, που όταν έκλεισε το τσίρκο κανείς δε σκέφτηκε να πατήσει το “OFF”.

Εντάξει αν είμαι σε κλεψύδρα...







.



- Λοιπόν...
Τώρα ο μπαμπάς θα σου πει ένα ωραίο παραμύθι.
Εντάξει κουκλίτσα μου;
- Αγκού... γλγλγλ...
- Λοιπόν...
Ε...
Ναι! Ήταν που λες μια φορά κι έναν καιρό η Χιονάτη και οι οκτώ Νάνοι και μια καργιόλα μάγισσα και ένας τρέντυ πρίγκηπας και... ε... και... ο... ο Σρεκ! Ναι. Αυτοί ήταν. Άντε καληνύχτα τώρα. [Σμουτς]
- Ουάαααα...!!!
- Τι; Δε σ’ άρεσε;
- Ουάαααα...!!!
- Καλά, καλά. Ηρέμησε. Ήταν λοιπόν όλοι αυτοί, και ζούσαν σ’ ένα κωλόσπιτο μέσα σ’ ένα δάσος οι οκτώ Νάνοι, και κόβανε ξύλα από το δάσος για να φτιάξουν ένα φράγμα και να παράγουν φτηνή ηλεκτρική ενέργεια, και να την πουλάνε μετά στη %#$=%&+*ΔΕΗ, και να μας την πουλάει μετά εμάς η ΔΕΗ με 800% καπέλο, και να πληρώνουμε κι ένα σκασμό Δημοτικά Τέλη, που ούτε έναν τενεκέ στη γωνία δεν έχουν βάλει οι παλιοπούστηδες για τα σκουπίδια, κι αυτή τη λάμπα στη γωνία έχει να την αλλάξει ο γαμωδήμαρχος από πριν εκλεγεί, και... και... τι λέγαμε; Α, ναι! Και μια μέρα είχε πάει να πάρει σερβιέτες αυτή η μαλάκω η Χιονάτη, και χάθηκε μέσα στο δάσος (μα καλά, ποιος τα γράφει αυτά τα παραμύθια; έχει σερβιέτες στο δάσος;) και τη βρήκανε οι Νάνοι, και της είπαν: «άκου να δεις μωρή, άμα θες να σε σπιτώσουμε, θα μας πλένεις, θα μας μαγειρεύεις, θα καθαρίζεις το σπίτι, θα φροντίζεις τον κήπο, κι άμα είμαστε και στα ντουζένια μας θα μας κάνεις και καμιά πίπα, νταξ;» και η βλαμμένη δέχτηκε γιατί δεν ήξερε τι σημαίνει «ντουζένια», κι άρχισε να τα κάνει όλα αυτά... και... ε, γκχμ... ζήσαν αυτοί καλ...
- Ουάαααα...!!!
- Ωρεπούστημου!
- Ουάαααα...!!!
- Γαμώ τον Χανς Κρίστιαν Άντερσεν!
Λοιπόν: Κι εκεί που ήσαντε μια μέρα που λες, ανάμεσα σε κάτι παρτούζες κι ένα παστίτσιο που έφτιαχνε η βλαμμένη, ψιλοπείνασε κι άρπαξε ένα μήλο και το χλαπάκιασε, αλλά το μήλο είχε κάτι φυτοφάρμακα, γιατί η καργιόλα η μάγισσα που λέγαμε παραπάνω, θυμάσαι; μπράβο, αυτή λοιπόν, ήτανε μεγάλη σκρόφα και ήξερε πως ο πρίγκηπας θα ερωτευόταν τη Χιονάτη κι όχι την κόρη της την... την... ε... την Σταχτοπούτα που ήταν κοντή, χοντρή, με καμπούρα, με σπυριά στη μούρη και μια κρεατοελιά σα σπαλομπριζόλα στο λαιμό της, κι αποφάσισε να σκοτώσει τη μαλάκω την ασπρουλιάρα και έβαλε τα δηλητήρια μέσα στο μήλο, που σίγουρα αυτό θα διάλεγε η άλλη η ηλίθια ανάμεσα σε όλα τα άλλα, και... ουφ! τέλος πάντων, το έφαγε και ψόφησε, και οι εννιά Νάνοι δεν πήρανε χαμπάρι μία, γιατί είχανε βρει την Κοκκινοσκουφίτσα στο δάσος και πηδιόσαντε όλοι μαζί, και τότε ήρθε αυτός ο φλώρος ο πρίγκηπας, και τη φίλησε και η μαλάκω ξύπνησε, κι έπαθε κι ένα εγκεφαλικό μόλις τον είδε, και πηδιόσαντε κι αυτοί, και η μάγισσα κόντεψε να πεθάνει από το κακό της γιατί κανείς δεν πηδιόσαντε μαζί της, και... και...
- Χρρρ... ζζζ...
- Κοιμήθηκε το κουκλί μου!
- [από το βάθος] Αγάπη μουουουου...
- Τι;
- Κοιμήθηκε η μικρή;
- Φυσικά μωρό μου! Της διάβασα ένα παραμύθι!
- Ωραία. Μπορείς να έρθεις λίγο που σε θέλω;
- Τι;
- Σκύψε λίγο βρε μωρό μου, να μη σηκώνομαι από τον καναπέ γιατί είμαι κουρασμένη...
- Ναι αγάπη μου. Τι θέλεις; Πες μου...

Μπαφ!*

*(έτσι και με ξαναβαρέσει μπροστά στο παιδί θα την απολύσω, σας το λέω...)









.



Το μεγάλο κιτρινοπράσινο ανθρωπόμορφο τέρας μούγκρισε και η γη σείστηκε κάτω από τα πόδια του. Φωτιές βγήκαν από τα βρωμερά του ρουθούνια και κατάκαψαν όλη τη βλάστηση τριγύρω. Μια βροντερή κλανιά συμπλήρωσε την ειδυλλιακή σκηνή.

Η πριγκίπισσα Αλίσια χέστηκε κυριολεκτικά από το φόβο της. Χέστηκε μάλιστα τόσο πολύ που το κατάλευκο μεταξωτό αέρινο φόρεμά της μετατράπηκε μεμιάς σε ένα σιχαμένο καφέ πατσαβούρι. Μια ενεξέλεγκτη μπόχα απλώθηκε στον αέρα.

Ο ευγενικός και θαρραλέος ιππότης Μπιμπιρλάνος μόλις είχε φτάσει στο σημείο, πάνω στο περήφανο άτι του, τον Παναή, (ο οποίος ήταν κρυφαδερφή αλλά αυτό δεν τον εμπόδιζε να καλπάζει κανονικά στα κακοτράχαλα βουνά και να χέζει ασύστολα μέσα στις αλέες του κάστρου), όταν αντίκρισε το σιχαμένο τέρας να στρώνει το τραπέζι για να κατασπαράξει με την ησυχία του την πριγκίπισσα. Με μια απότομη κίνηση έβγαλε από τη θήκη του το αστραφτερό του σπαθί, με το οποίο είχε ξεκοιλιάσει δεκάδες δράκους και τέρατα και νεράιδες (κατά λάθος), και με άλλη μία απότομη κίνηση έπεσε από τον περήφανο Παναή, καθώς η πολυποίκιλτη πανοπλία του μάγκωσε κατά λάθος στα χαλινάρια του αλόγου την ώρα που εκείνος προσπαθούσε να εντυπωσιάσει την Αλίσια, με ένα διπλό τόλουπ ξεπεζέματος.

Ωϊμέ!

Συμφορά!
Ο καημένος ιππότης έπεσε τόσο άγαρμπα στο έδαφος που το αστραφτερό κλπ. σπαθί του έχοντας πρώτα σφηνωθεί στη σχισμή δύο μικρών βράχων, του χώθηκε τόσο βαθειά στον κώλο, που η σκωληκοειδίτιδα του βγήκε από τα αυτιά. Το άψυχο σώμα έγειρε απότομα και το κεφάλι του δίσμοιρου ευγενούς, τσακίστηκε στα προαναφερθέντα βράχια. Σύντομα ένα χυλός από λιωμένα μυαλά, πηχτά αίματα και κατακρεουργημένα εντόσθια σχημάτισε μια αηδιαστική λίμνη γύρω από τον Παναή, ο οποίος εμφανώς ενοχλημένος ρεύτηκε μεγαλόπρεπα, και αποχώρησε από τη σκηνή καπνίζοντας έναν μπάφο, που είχε στρίψει νωρίτερα στους βασιλικούς στάβλους.

Το δείλι βάφτηκε σκατί, και μια σαστισμάρα επικράτησε ανάμεσα στα μοναδικά ζωντανά πλάσματα της ιλαροτραγωδίας, ώσπου ξάφνου...

[τακ, τακ...]

- Αγάπη μου;
- Ναι;
- Τι κάνεις εκεί;
- Γράφω.
- Τι ακριβώς γράφεις γλυκέ μου;
- Ένα παραμυθάκι...
- Για ποιόν αγάπη μου;
- Ε, για ποιόν άλλον; Για την κόρη μου φυσικ...

Μπαφ!*

*(ουδέν σχόλιον...)







.



Όταν γεννήθηκα χιόνιζε. Και πριν γεννηθώ, και μετά. Αυτό δεν το θυμάμαι. Μου το είπαν. Αλλά γιατί να μην το πιστέψω; Στη Γερμανία πάντα χιονίζει.

Όταν πρωτοφίλησα εκείνο το κορίτσι στο Γυμνάσιο, όλα έγιναν καινούργια για μένα. Το όνομά της δεν το θυμάμαι. Ούτε το πρόσωπό της καλά καλά πλέον. Θυμάμαι όμως που το είπε στις φίλες της, κι εκείνες στους δικούς μου φίλους, και στα μάτια τους είχα ψηλώσει δέκα πόντους μέχρι να το κάνουν κι εκείνοι.

Έχασα 21 μήνες από τη ζωή μου, να βολοδέρνω από στρατόπεδο σε στρατόπεδο. Λένε ότι οι άντρες πάντα τα θυμούνται αυτά, και κάνουν βαρετές συζητήσεις με τους φίλους τους για το πως πέρασαν τότε. Εγώ (θέλω να) θυμάμαι μόνο την πρώτη και την τελευταία μου έξοδο. Στην πρώτη με περίμενε η μισή Αθήνα, στην Αθήνα, για να με χαιρετίσει. Στην τελευταία ταξίδεψα δύο ολόκληρες μέρες για να σφίξω την μάνα μου στην αγκαλιά μου. Θυμάμαι όλο το ταξίδι. Δε θυμάμαι τι έκανε η μάνα μου. Μάλλον θα έκλαψε. Από χαρά. Έτσι κάνουν οι μανάδες, λένε.

Δε θυμάμαι σε πόσες δουλειές έχω δουλέψει. Έτσι κι αλλιώς πάντα σιχαινόμουν τους απολογισμούς και τις νεκρολογίες. Άμα χρειάζεται τυπώνω ένα βιογραφικό με μια περίληψη. Είσαι ότι δηλώσεις, κι εγώ είμαι πολλά. Το μόνο που θυμάμαι καθαρά, ήταν οι 24 δραχμές μπουρμπουάρ κάποιο βράδυ σε μια άθλια ταβέρνα στην Κοκκινιά, με τις οποίες πήρα τα πρώτα δικά μου τσιγάρα. Θυμάμαι και ποιός μου τις έδωσε. Έχει πεθάνει τώρα.

Οι πιο γλυκές περιπέτειες στη ζωή, αρχίζουν με ένα “αν”, κι οι πιο επικίνδυνες με ένα “θα”. Δε θυμάμαι ποιος το είπε, αλλά μ’ αρέσει. Μπορεί να το ‘πα κι εγώ. Δε θυμάμαι. Δε με νοιάζει.

Ήμουν σχεδόν σίγουρος, θα έκοβα και το κεφάλι μου, ότι κάπου έκρυψα μόνος μου τη λίστα με τις επιλογές μου. Σχεδόν θα ορκιζόμουν ότι το έκανα επίτηδες για να τις ξαναβρώ όποτε τις χρειαστώ -καβάτζα φτηνιάρικη, δε λέω... αλλά από κάπου δεν πρέπει να κρατιόμαστε όλοι, όταν στη ζωή παίρνεις το βαγόνι που δεν έχει χειρολαβές;
Έψαξα όλο το σπίτι, έκανα άνω κάτω το μυαλό μου, ξεσκόνισα όλα τα τετράδια, άδειασα στο πάτωμα τα συρτάρια.

Σκατά.

Δε θυμάμαι τίποτα.










.






.



Σίγουρα, σε κάποιο βρεγμένο πεζοδρόμιο της Φλωρεντίας ή της Μονμάρτης, (που να θυμάμαι πια;) άφησα μια βαλίτσα γεμάτη ασπρόρουχα και φιλοδοξίες, ένα σκοτεινό και μουντό σούρουπο, απ’ αυτά που τριγυρνούσα σαν μποέμ ποιητής που δεν έχει γράψει ακόμα ούτε έναν στίχο, μα είναι βέβαιος πως μια μέρα θα πίνει τον καφέ του στον ίδιο χώρο που κάποτε ξόδευαν τη ζωή τους ο Tristan Corbiere, ο Arthur Rimbaud και ο Stephane Mallarme, ανάμεσα σε τούφες πυκνού καπνού και βρώμικες γυναίκες.

Όταν πέρασαν τα χρόνια, ένας αποστεωμένος υπάλληλος ενεχυροδανειστηρίου μου χτύπησε τη πόρτα, “είναι δική σας αυτή κύριε;” έφτυσε την ερώτηση μέσα από τα κιτρινισμένα δόντια του μαζί με λίγο ταμπάκο, δείχνοντας μου μια βαλίτσα βρώμικη και σκισμένη, τρύπια σε δέκα μεριές, σαν πτώμα που περίμενε καρτερικά τη νεκροψία -μιας και δεν του ‘μενε τίποτα άλλο να ελπίζει, “όχι!” αποκρίθηκα λίγο απότομα είναι η αλήθεια, μα τι να ‘κανα; από τις τρύπες έβγαινε μόνο μια δυσωδία εγκατελλειμένου βυρσοδεψίου και στάχτη από καμμένα βιβλία. Αποκλείεται να ήταν η δική μου...

Κάποιον καιρό μετά, σταμάτησα τις περιπλανήσεις μου στον κόσμο και κάλεσα μια γυναίκα στο σπίτι μου, της έφτιαξα ένα ωραίο δείπνο, σκάλισα την πιο σκοτεινή γωνιά της κάβας μου, ευωδίασε η βεράντα από το παλιό κρασί, από νυχτολούλουδα και γιασεμί που είχα φυτέψει επίτηδες για να ζαλίζω τα θύματά μου, “θέλεις να μείνεις;” της λέω, “για πόσο;” μου λέει, “μα... υπάρχει κι άλλο από το... πάντα;” άπλωσα την απορία μου χαλί μαλακό στα πόδια της για να πατήσει. Εκείνη έφερε όλα της τα λουλούδια και μια βαλίτσα, κι όταν το βράδυ έπαιρνε το μπάνιο της θολώνοντας το χώρο με τους πιο υποσχόμενους υδρατμούς, έσκυβα βιαστικά πάνω από την μισόκλειστη βαλίτσα, κι έριχνα κλεφτές ματιές, αλλά προφανώς θα έχετε ήδη μαντέψει: μάταια.

Σήμερα, πέρασε όλο το πρωινό –αυτά τα πρωινά της Δευτέρας στο σπίτι είναι ο μεγαλύτερος θάνατος, κι ας λένε οι κουρασμένοι άλλα...- μέσα σε μια αποπνικτική ησυχία, και μόνο εκεί, βαθιά στην καρδιά του μεσημεριού, ήρθε ο ταχυδρόμος έξω από την πόρτα, μόνο που ήταν πενήντα χρόνια μεγαλύτερος, με κοίταξε μ’ αυτές τις σκοτεινές γκρι κόρες των ματιών του, εγώ κόιταξα τον σάκο του μήπως είχε κάποια βαλίτσα για μένα, σιωπή, σήμερα δεν χαιρετηθήκαμε, έβγαλε από το παντελόνι του ένα πολυκαιρισμένο σημείωμα και το έθαψε καλά καλά μέσα στο χώμα του κήπου, σαν να φοβόταν πως θα το σκορπίσει ο άνεμος ή σαν να ήθελε να μου δείξει πως μαγαλώνουνε τα δέντρα, κι έφυγε έτσι περήφανος όπως ήρθε.

Εγώ πάλι, περίμενα να χορτάσουν πρώτα όλα τα σκυλιά της γειτονιάς και ύστερα κατέβηκα, έσκαψα λίγο, το κράτησα στα χέρια μου και διάβασα συλλαβιστά τις οδηγίες χρήσης, για τα επόμενες ημέρες μου:

Θέληση είναι εκείνο που σε υποχρεώνει να νικάς
όταν η λογική σου λέει πως έχασες








.

Δεν είναι ότι δεν έχω άλλες λέξεις.
Δεν είναι ότι κουράστηκα να γράφω.
Αλλά, να...
Δε βρήκα ποτέ πιο όμορφες και ταιριαστές για μένα λέξεις, απ' αυτές:




"Η λέξη ευγνωμοσύνη εφευρέθηκε από κάποιον άντρα που απεγνωσμένα προσπαθούσε να εκφράσει, με τα ελάχιστα μέσα που διέθετε η γλώσσα και οι εκφράσεις του προσώπου του, μερικές εκατοντάδες συναισθήματα, μικρότερα (όσο ένα στιγμιαίο ανατρίχιασμα στον κρύο αέρα) ή και πολύ μεγαλύτερα (όσο ένα στόμα που θα κατάπινε την υδρόγειο σφαίρα σαν δισκίο παρακεταμόλης) προς μια γυναίκα.

Το ζητούμενο βέβαια δεν ήταν να της αποδείξει τον έρωτα του με τεράστια υγρά λόγια από latex (που όπως όλοι γνωρίζουν, το μέγεθος τους είναι ανάλογο του κενού αέρος που κρύβουν μέσα τους) ή να φουσκώσει σαν πλουμιστό πτηνό επιδεικνύοντας θεϊκές ικανότητες, υψηλή νοημοσύνη και ανυπέρβλητη δύναμη.

Αυτό θα ήταν εύκολο.

Το δύσκολο ήταν να στέκεται αμέτοχος, σχεδόν ανήμπορος, μπροστά στο θαύμα της ζωής. Να παρακολουθεί σαν υπέρβαρος συνταξιούχος το reality show που θα του αλλάξει τη ζωή με όλα του τα όπλα πεπερασμένα και σκουριασμένα από καιρό. Ένας κούφιος πολεμιστής που θα πέθαινε στη θέα της κομμένης του παρανυχίδας.

Για μένα όμως τα πράγματα είναι εύκολα. Όλα αυτά έχουν απο καιρό ειπωθεί. Γενναιότεροι πολεμιστές έχουν βουρκώσει κι αγκαλιαστεί ανήμποροι να κάνουν κάτι άλλο. Ευρηματικοί και κοινοί ποιητές έχουν χτίσει ουρανοξύστες από ψυχικό μπετόν, κάτω απ’ το βάρος της υπέρτατης συγκίνησης της νέας ζωής. Μια μανιέρα για τους δυνατούς που δεν έμαθαν ποτέ τι θα πει πόνος.

Ευγνωμοσύνη νοιώθω.
Και θα κρατώ αυτό το πουγγί που είναι γεμάτο με τον πόνο και την αγωνία σου στην αγκαλιά μου ανήμπορος για πάντα."



Το κείμενο είναι του Dr.Uqbar από το εξαιρετικό blog: "Που είναι η πανοπλία μου;"
photo by angeloflight











.



Έτσι είναι αυτά.
Άμα δεν τα προλάβεις όσο είναι μικρά, μετά... τρέχα να συμμαζεύεις.

Ας όψεται.
Δε μπορώ να κάνω τίποτα άλλο παρά να είμαι συγκινημένος και περήφανος.
Το τέκνο μου και τα πρώτα του βήματα στο web!


What a day for me!





.



Κάποτε περπατούσα πάνω σ’ ένα ολόφρεσκο γρασίδι,
αλλά μου έκαιγε τα πέλματα.

Μια άλλη φορά κάπνιζα αμέριμνος στη βεράντα μου, αλλά αντί να βγαίνει ο καπνός απ’ το στόμα μου, χύνονταν προς τα έξω τα πνευμόνια μου.

Άναψα δυο κεριά και σκοτείνιασε ο τόπος.

Τι διάολο;

Πήρα ένα βιβλίο στα χέρια μου και δοκίμασα να το ξεφυλλίσω. Κάθε τυπογραφικό στοιχείο όρθωσε το ανάστημά του και πήγε κι εναπόθεσε τη σκληρή του παρουσία σ’ ένα συγκεκριμένο σημείο του τοίχου, που κάποτε διασταυρώνονταν όλα τα βλέμματά μου. Μια ξεγυρισμένη κρίση πανικού ήρθε και στρογγυλοκάθησε στο χαλί μου. Δεν την ήθελα εκεί. Την έπιασα άγαρμπα και τη στρίμωξα μέσα στο τζάκι, μα φύσηξε ανάποδα και γέμισαν τα ρουθούνια μου στάχτες.

Τότε θυμήθηκα που μου έλεγες πως είναι να είσαι αόρατος, άοσμος, και άηχος. Αυτό το τελευταίο φυσικά δε μ’ άρεσε, και το πιάνο πάντα με βοηθούσε στις αμήχανες στιγμές μου, αλλά εσύ άκουγες πιο πέρα κι απ’ τις νότες και κούναγες το κεφάλι συγκαταβατικά. Έτσι αράχνιασαν όλες οι παρτιτούρες μου και μετά τις πήρα και τις έκανα σαΐτες που τις πέταγα από ξένα μπαλκόνια. Από κάτω περαστικοί, κουράζανε τα πεζοδρόμια με το βαρύ τους βήμα.

Μια μέρα, ήρθε ένας φόβος με καινούργιο χρώμα, δεν το ‘χαμε ξαναδεί και τρομάξαμε. Έβαψε όλους τους τοίχους, και διαλύθηκε στον αέρα έτσι ξαφνικά όπως ήρθε. Έστεκαν οι τοίχοι εκεί, άσχημα βαμένοι, γιατί εμείς δεν είχαμε άλλα πινέλα και είχαμε τυλιχτεί και στις παλιές μας κουβέρτες με τα χέρια μέσα, κι έτσι έμεινε η μυρωδιά του να μας συνοδεύει μέχρι βαθειά μέσα στο καλοκαίρι.

Ύστερα σε κοίταξα για μια στιγμή την ώρα που κοιμόσουν σ’ έναν άλλον κόσμο, και κατάλαβα πως έπρεπε να ψάξω για τροφή. Όταν ξυπνήσεις, αν δεν είμαι εδώ μην τρομάξεις.

Θα κλέβω ανάσες από τα σκυλιά,
μέχρι να γεμίσω όλες μας τις βαλίτσες,

και τότε θα ‘ρθω να μας ταΐσω.









.



Κατόπιν απαίτησης πολλών τηλεθεατών, σας παρουσιάζουμε εδώ, σε παγκόσμια αποκλειστικότητα, το Top 10 των καλύτερων ποστ που θα μπορούσατε να κάνετε προς άγραν πελατείας.

Οι συμβουλές που ακολουθούν είναι συμπεράσματα μακροχρόνιων ερευνών, και έχουν μελετηθεί διεξοδικά από ειδική ομάδα έγκριτων επιστημόνων.
Οι συμβουλές παρουσιάζονται με αντίστροφη σειρά (αποτελεσματικότητας) όπως κάθε αξιοπρεπές Top 10 που σέβεται τον εαυτό του.

#10: Ανακοινώστε πως χωρίσατε.
Στα βλογς, εν γένει, κυριαρχεί ένα ασαφές αίσθημα συμπαράστασης. Άμα τη ανακοινώσει ενός τέτοιου γεγονότος, σύσσωμη η παρέα σας θα σπεύσει να σας συμπαρασταθεί, αλλά και όπου γης πικραμένος θα τείνει μια χείρα βοηθείας, προκειμένου να τον/την ξεχάσετε ή να ξαναβρείτε τις χαμένες σας ελπίδες, με φράσεις του τύπου: “η ζωή είναι μπροστά σου”, “δεν άξιζε ο/η καργιόλης/α”, “αφέσου ελεύθερος/η και η μοίρα θα σου χαρίσει πλουσιοπάροχα τα δώρα της”, “θα σου στείλω προσωπικό e-mail”, κλπ.
Extra Tip: Αναφέρετε στο υστερόγραφο πως σας χτυπούσε κιόλας...

#9: Ανακοινώστε πως παντρεύεστε.
Ισχύει ότι και στο αμέσως προηγούμενο, με τη σημαντική συναισθηματική αντίδραση “όπου γάμος και χαρά η Βασίλω πρώτη”! Οι ευχές θα πάνε σύννεφο, και η αμηχανία σας να βρείτε άλλες απαντήσεις πέραν του “ευχαριστώ”, θα βαρέσει tilt.
Extra Tip: Μην αναφέρετε ημερομηνίες, τοποθεσίες κλπ. Το τι κολλιτσίδες υπάρχουν εκεί έξω δεν περιγράφεται...

#8: Ανακοινώστε πως περιμένετε παιδί.
Εδώ είμαστε. Στα πλαίσια της online κοινωνικής δικτύωσης, κάθε γνωστός και άγνωστός σας βλόγερ θα θελήσει να σας συγχαρεί για την ανείπωτη αυτή χαρά, και το επερχόμενο γεγονός που θα αλλάξει ριζικά τη ζωή σας. Οι παλαιότεροι εξ αυτών, θα σας αφήσουν και τις πρώτες συμβουλές. Οι πιο χιουμορίστες βλόγερς θα περιμένουν απλώς να γεννηθεί το καμάρι σας, και μετά θα σας αφήνουν 18 σχόλια ημερησίως απαιτώντας να τους απαντήσετε, την ώρα που εσείς θα ψάχνετε πως στο διάολο μπαίνει το μπιμπερό στον αποστειρωτή...
Extra Tip: Φροντίστε να κάνετε δίδυμα!

#7: Κάντε ένα διαδικτυακό event.
Δικά σας γεννέθλια, του μπλογκ, επέτειο για τα 100 σας ποστς, τρισάγιο για τους 300 αναγνώστες σας κλπ. Προσπαθήστε να συγκρατηθείτε και να μην απαντήσετε σε καθέναν ξεχωριστά. Έτσι: α) δεν θα ξεμείνετε από λέξεις, και β) θα μετρήσετε την πραγματική σας δυναμικότητα.
Extra Tip: Μην ξεχάσετε να το αναφέρετε στα σχόλια που αφήνετε σε άλλα βλογς.

#6: Κλαψομουνιάστε (άνευ θέματος).
Η ακρογωνιαία λίθος του βλόγιν: Η Κλαψομουνιά. Το “θέμα” είναι δευτερεύουσας σημασίας. Αυτό που παίζει μεγαλύτερο ρόλο, είναι να βγάλετε μια πραγματικά σπαρακτική κραυγή απόγνωσης, μοναξιάς, και εγκατάλειψης. Πλείστοι όσοι σας επισκεφθούν θα σπεύσουν να σας πείσουν πως είναι φίλοι σας, πως δεν είστε μόνος/η στον κόσμο, πως θα σταθούν δίπλα σας ότι κι αν γίνει, κλπ. Εγγυημένο αποτέλεσμα.
Extra Tip: Αν βρείτε δε και πιασιάρικο θέμα (π.χ. πήγε με τον/την καλύτερό/ή μου φίλο/η) ακόμα καλύτερα.

#5: Επισκεφθείτε άλλα 300 βλογς και αφήστε φιλοφρονήσεις.
Στο χωριό μου το λέμε “αλλαξοκωλιές”. Mια άλλη λαϊκότερη έκφραση είναι το “τράβα με να σε τραβώ”. Θα σας πάρει λίγο χρόνο φυσικά, αλλά όταν δείτε τα πρώτα σχόλια από κάτι άσχετους (έως ανεκδιήγητους) βλόγερς του τύπου: “καλώς σας βρήκα και εδώ”, “ωραιότατο το σπιτικό σας”, και “πολύ ωραία ανάρτηση, ήρθα για να σας ανταποδώσω την επίσκεψη”, η λίμπιντό σας θα χτυπήσει κόκκινα!
Extra Tip: Φροντίστε ώστε η τελευταία σας ανάρτηση να μην έγινε πριν από τους Ολυμπιακούς της Αθήνας.

#4: Δημοσιεύστε γυμνές σας φωτογραφίες.
Επειδή πλέον έχουμε μπει στο φάϊναλ φορ των συμβουλών, ο βαθμός δυσκολίας σαφώς μεγαλώνει. Σε αυτό το στάδιο θα χρειστείτε υπομονή. Ξεκινήστε “δειλά” με ημίγυμνες, θολές, ή σκοτεινές σας φωτογραφίες, οι οποίες απαραιτήτως πρέπει να συνοδεύονται με κείμενα περί του πόσο μόνος/η νιώθετε. Σταδιακά (και ανάλογα με την ανταπόκριση), αρχίζετε να δημοσιεύετε, πιο αποκαλυπτικές πόζες με λιγότερα λόγια και σαφέστερα σεξουαλικά υποννοούμενα. Το ολοκληρωτικό χτύπημα θα έρθει όταν δημοσιεύσετε φωτογραφία με το κορμί του Χιου Τζάκμαν ή της Μόνικα Μπελούτσι και με “φωτοσοπιά” έχετε αντικαταστήσει το αντίστοιχο πρόσωπο με την αφεντομουτσουνάρα σας. Προτιμήστε η πόζα που θα επιλέξετε να είναι νωχελική και το κορμί ελαφρώς βρεγμένο. Το τι ματαιοδοξία περιφέρεται ολόγυρά μας, δεν περιγράφεται...
Extra Tip: Αν ζυγίζετε πάνω από 100 κιλά (ο καθένας) ξεχάστε το!

#3: Βρίστε ασύστολα κάποιον άλλον βλόγερ.
Τα μεγάλα όπλα! Επιλέξτε μετά από προσεκτική έρευνα, κάποιον βλόγερ μεσαίου ή μεγάλου βεληνεκούς, με καθημερινό αριθμό σχολίων άνω των 50, και βρίστε του το σπίτι, τη μάνα, τα θεία, τη θεία, ή ότι άλλο σας βρίσκετε πρόχειρο. Έξτρα μπόνους θα έχετε στην περίπτωση που τα μπινελίκια σας και οι κατηγορίες που θα του απευθύνετε, αφορούν σεξουαλικές ή πολιτικές προτιμήσεις, αβάσιμες κατηγορίες περί πληρωμένου γραφιά μεγάλων εκδοτικών συγκροτημάτων, ή υπονοούμενα για τη κρυφή του ταυτότητα. Δεν παρέχεται εγγύηση για την ποιότητα των σχολίων που θα αποκομίσετε στο βλογ σας, αλλά σίγουρα δεν θα προλαβαίνετε να απαντάτε.
Extra Tip: Καλό θα ήταν στο βλογ σας να μην υπάρχει το κανονικό σας όνομα...

#2: Απειλήστε ότι θα το κλείσετε.
Το βλογ φυσικά! Οι αυτόματες αντιδράσεις αλληλεγγύης και συμπαράστασης, θα έρθουν υπό την μορφή καταιγιστικών σχολίων που θα σας παρακαλάνε να “μην το κάνετε”, “να το ξανασκεφτείτε”, “εμείς σας αγαπάμε και θα σας περιμένουμε να επιστρέψετε”, “take your time…” κλπ. Τίποτε από αυτά δεν θα ισχύει, αλλά η έξωθεν καλή μαρτυρία είναι σημαντικός παράγοντας στην κλίμακα μέτρησης του καλού βλόγερ, κι ο καθένας θα θελήσει να ενθαρρύνει έναν “συνάδελφο” να μην το βάλει κάτω.
Extra Tip: Προσπαθήστε να δείχνετε ειλικρινά απογοητευμένος (ειδικά από τη πουτάνα τη ζωή). Αν δεν είστε αρκετά καλός σε αυτό αναθέστε το σε έναν επαγγελματία.

#1: Κλείστε το, το ρημάδι ντε!
Μιλάμε για το απόλυτο hit όλων των εποχών. Έχει παρόμοια αποτελέσματα με το παραπάνω, αλλά με δύο επιπρόσθετα πλεονεκτήματα: α) Θα έχετε άπλετο χρόνο να μαζέψετε σωρία σχολίων, μιας και δεν θα ξαναγράψετε (λέμε τώρα...), και β) θα δημιουργήσει λογικά και μια χιονοστοιβάδα από ποστ συμπαράστασης άλλων βλόγερς, οι αναγνώστες των οποίων θα θελήσουν να σας επισκεφθούν για να διαπιστώσουν ιδίοις όμμασι, πόσο μαλάκας είστε, ή σε ποιόν ακριβώς βαθμό κλαψομουνιάς έχετε φτάσει.
Extra Tip: Στην περίπτωση που μαζέψετε πάνω από 100 σχόλια, ΜΗΝ το ξανανοίξετε. Θα φάτε χοντρό ξύλο...



(το παρόν ποστ είναι αφιερωμένο σε όσους έχουν την ανασφάλεια
να μετρούν την αξία τους, σύμφωνα με τα στατιστικά του βλογ τους)










.



Σήμερα έχουμε γεννέθλια.
Το παιδί μου γίνεται μιας εβδομάδας.
Κι επειδή μεγάλωσε πια κι αντιλαμβάνεται τον κόσο γύρω του, αποφασίσαμε από κοινού (με το παιδί), να γράψει το πρώτο του ποστ. Μάλιστα!

Το παιδί ΜΟΥ λοιπόν έγραψε, μετά από ώριμη σκέψη:


Ξηρττκφββξ8υ , ,λμμδψς


Παρακαλώ να προσέξετε ιδιαίτερα, τη χρήση κεφαλαίου γράμματος στην αρχή της φράσης, τη χρήση αριθμού (κάτι θα συμβολίζει αυτό το 8, δε μπορεί...) και ειδικότερα την εκτεταμένη χρήση σημείων στίξης! 2 (ολογράφως: ΔΥΟ!) κόματα κυρίες και κύριοι. ΔΥΟ ολόκληρα κόματα (για τους κακεντρεχείς να συμπληρώσω σε αυτό το σημείο πως δεν έχει μάθει ακόμα συντακτικό, είμαστε ακόμα στην αλφάβητο, εντάξει;) μέσα σε μια φράση!

Κυρίες και κύριοι αντιλαμβάνεστε πλέον, πως έχουμε μπροστά μας ένα μοναδικό φαινόμενο: το ποστ που γράφτηκε από τον νεαρότερο άνθρωπο στον πλανήτη! Κατόπιν τούτου, και εφόσον συζητήσαμε διεξοδικά (με το παιδί ξαναλέω, όχι με τη μάνα του) την ανάγκη του για έκφραση και επικοινωνία, σας ανακοινώνουμε επισήμως πως σε πολύ λίγες ημέρες, η κόρη μου θα είναι ο νεαρότερος άνθρωπος all over the Universe με δικό του βλογ (λεπτομέρειες οσωνούπω).


Πάω να κάνω κακά μου τώρα...












.



- Τι είναι αυτό;
- Το παιδί!
- Καλά, μαλάκας είσαι; Και πως το κρατάς έτσι;
- Αγάπη μου... για να το πλύνω...
- Και ποιος σου είπε ότι πρέπει να το κρτάς έτσι για να το πλύνεις;
- Ε... είχα δει εσένα μια φορά που έπλενες ένα κοτόπουλ...

Μπαφ !*

*(άσχημο χόμπυ βρήκαμε...)










.



Είναι κάποιες στιγμές που δεν περιγράφονται.

Όσο κι αν προσπαθήσεις να τις στριμώξεις ανάμεσα σε λέξεις και σημεία στίξης, εκείνες τα υπερβαίνουν, τα υπερσκελίζουν. Είναι απλά πολύ σπουδαίες για να φυλακίζονται σε πεπερασμένους τρόπους περιγραφής.

Έζησα αρκετές τέτοιες τούτες τις μέρες.

Χάρηκα, τρόμαξα, ανατρίχιασα, φοβήθηκα, γέλασα, χαμογέλασα, στενοχωρήθηκα, ανάπνευσα βαθειά, μου κόπηκε η ανάσα, μου κόπηκαν τα γόνατα, αγκάλιασα, έσφιξα, λύγισα, έκλαψα, ονειρεύτηκα, μέτρησα, βοήθησα, ευχαρίστησα, ένιωσα μικρός, ένιωσα σπουδαίος...

Έζησα μέσα σε τρεις μέρες, όσα νόμιζα ότι συνήθως παίρνει χρόνια να τα γευτείς. Και αν -λέω αν- έχω αρχίσει να αντιλαμβάνομαι ορθώς και πάλι τον πραγματικό κόσμο γύρω μου, καταλαβαίνω πως δεν είμαστε και όλοι εξίσου τυχεροί για να τα γευτούμε, και ακόμα περισσότερο να τα θυμόμαστε όλα αυτά.

Έζησα όμορφες στιγμές τούτες τις μέρες.

Και μια από αυτές ήταν κι η στιγμή που γυρνώντας σπίτι σήμερα το βράδυ, με την πιο γλυκειά κούραση του κόσμου να γαργαλάει τις φλέβες μου και να βαραίνει τα βλέφαρά μου, είδα ενενήντα ανθρώπους, γνωστούς, φίλους, αγνώστους, αγαπημένους, παλιούς, καινούργιους, μικρούς, μεγάλους, δικούς μου, ξένους... ενενήντα ανθρώπους, να έχουν ξοδέψει ένα κομμάτι του χρόνου τους, για να μου γράψουν μια ευχή, να διαβάσουν για τη χαρά μου, να μοιραστούν μαζί μου κάτι που δεν ξέρω ακόμα αν μοιράζεται, μα αν ναι, ελπίζω ο καθένας να πρόλαβε να πάρει ένα κομμάτι πριν φύγει από τη γιορτή...

Δεν ξέρω πως να σας ευχαριστήσω.

Σαν να ‘χασα μεμιάς την έμπνευσή μου, το λεξιλόγιό μου, τον αυθορμητισμό μου και τη φαντασία μου, και κόλλησα σε τούτη την παράγραφο κανά δυο ώρες μέχρι να βάλω τελεία.

Θα ήθελα πάρα πολύ να απαντήσω σε καθέναν ξεχωριστά, και να ευχαριστήσω καθέναν προσωπικά, μα νομίζω πως το καταλαβαίνετε: δεν έχω λόγια...

Ένα ιδιαίτερο ευχαριστώ (ας μου επτρέψετε οι υπόλοιποι), σε σένα, σε σένα, σε σένα, σε σένα, σε σένα, σε σένα, σε σένα, σε σένα, σε σένα και σε σένα. Κι αν ξέχασα κάποιον συγχωρέστε με προσωρινά.

Είναι κι αυτό το παλιό κρασί που φύλαγα ευλαβικά χρόνια τώρα,
που δε βοηθάει και τόσο...











.

My personal songs:


Land GigsQuantcast

 

Blogger Template | Created by: Spy