1) Τρισμέγιστε βλόγερ, πως μπορώ να το κάνω κι εγώ αυτό; -> [Να ψάξεις να το βρεις μόνος σου! Όταν το έψαχνα εγώ εσύ τσάκιζες μπριζολίδια στα βλάχικα της Βάρης.]
2) Μα είμαι εντελώς βλήμα, να φανταστείτε πάνσοφε, ακόμα και στα links κάνω διπλό κλικ, μόνο αυτό ξέρω, και το Quit, τα άλλα μου τα έβαλε ο ανηψιός μου στο πι σι, που ξέρει απ’ αυτά! -> [Να του πεις να σου βάλει και μια θερμοφόρα στην πλάτη γιατί θα σκευρώσεις, στην ηλικία σου καλύτερα να ασχολείσαι με το βελονάκι. Το βλόγιν βλάπτει σοβαρά τη σπονδυλική στήλη και την όραση.]
3) Υπέρτατε Μαέστρο των βλογς, γιατί το δικό σας βλογ είναι θεϊκό και το δικό μου είναι σαν παστουρμάς ξεχασμένος εκτός ψυγείου; -> [Διότι εγώ είμαι σπουδαίος και αναγνωρισμένος καλλιτέχνης, ενώ εσύ πάτησες απλά το auto-create της υπηρεσίας βλόγιν για να το φτιάξεις πριν σου κρυώσει το παστίτσιο.]
4) Τιτάνα της βλογόσφαιρας πως θα μπορούσα κι εγώ να έχω ένα βλογ, έστω και στο 1/10 της καλαισθησίας του δικού σας; -> [Επειδή είσθε ευγενής θα σας πω: κλικ (ένα κλικ λέμε!) εδώ δίπλα, στην εικονίτσα που κουνιέται, όχι στις άλλες, θα σας πάνε αλλού κι άντε να μου ξανάρθετε μετά.]
5) Ρε φιλάρα, γιατί εσύ έχεις διακόσιαπενηνταδώδεκα σχόλια σε κάθε ποστ, κι εμένα με επισκέπτεται μόνο μια φίλη της πρώην μου; -> [Να ξαναπεράσεις αύριο, και να με ρωτήσεις πιο ευγενικά!]
6) Μάλιστα: Αξιότιμε κύριε Spy (καλά το πάω;) πως μπορώ να αυξήσω την επισκεψιμότητά μου; -> [(καλά το πήγες) Να γράψεις κάτι της προκοπής. Πιστεύεις ότι ενδιαφέρει κανέναν γιατί σε παράτησε πρόπερσι η γκόμενά σου κι εσύ κλαψομουνιάζεις ακόμα;]
7) Εκλαμπρότατε, πολύ συχνά τώρα τελευταία δεν έχω έμπνευση και ότι ποστ κι αν γράψω είναι μπούρδα. Τι με συμβουλεύετε; -> [Σταμάτα να γράφεις ποστ! Τα σχόλια είναι καλύτερα. Ο Επίτιμος δηλαδή χαζός είναι που το κάνει;]
8) Ρε πούστη μου, τι σκατά είναι όλα αυτά τα γ@μω$%#@*@^# ψιψιψίνια και τα μπλιμπλίκια που ασχολούνται όλοι οι άλλοι, κι εγώ δεν καταλαβαίνω Χριστό; -> [Προφανώς έχεις μπει σε λάθος F.A.Q.!]
9) Να με συγχωρείτε άξιε και τιμημένε Δαλάι Λάμα του internet… Εννοούσα τι ακριβώς είναι το φέϊσμπουκ, το εμ ες εν, το τγουίτερ, το ντελίσιους, το τεχνορατι, το φρεντφιντ, το σκάϊπ, το γουίντοουζ λάϊβ κλπ.; -> [Να πας και να ρωτήσεις τον γκουρού του social networking, εμείς εδώ είμεθα σοβαρό βλογ!]
10) Υπέροχε Spy, είμαι κυριολεκτικά συνεπαρμένη από την ευγενική και γοητευτική παρουσία σας εδώ. Πως θα μπορούσα να σας γνωρίσω και από κοντά; -> [Μικρή μου Λολίτα, είναι απλό: στέλνεις ένα e-mail με 3 τουλάχιστον γυμνές σου φωτογραφίες, διαστάσεις στήθους – μέσης – γοφών, σκαναρισμένη φωτοτυπία του Ε9 σου, βιογραφικό και παρούσα θέση εργασίας του κηδεμόνα σου, και τέλος ένα έμβασμα 2.000 ευρώ στον λογαριασμό που θα σου στείλω. Τα υπόλοιπα θα τα αναλάβει η γυναίκα μου...]

(συνεχίζεται)








.



13) Μέχρι πρόσφατα νόμιζα πως είχα βρει το μυστικό της ζωής: αντικαθιστούσα την μια ανησυχία με την άλλη. Τώρα αντικαθιστώ κάθε απάντηση με πολλές ερωτήσεις. Έτσι βρήκα το μυστικό της άγνοιας.

12) Κάποια στιγμή επιθύμησα να κάνω κάτι πραγματικά καλό, δεν ήθελα όμως να κάνω θόρυβο γιατί διαισθάνθηκα πως ο θόρυβος δεν κάνει καλό και το καλό δεν κάνει θόρυβο. Τελικά έκανα πολλά μικρά καλά σιωπηλός.

11) Ποτέ δεν κατάφερα να μάθω πότε να αποδέχομαι την απόρριψη και πότε να απορρίπτω την αποδοχή. Η υστεροφημία μου είναι προφανώς ένα φάντασμα που με ακολουθούσε από πριν γεννηθώ.

10) Η πληρότητα στη ζωή μου, πιστεύω, δεν θα έρθει όταν δεν θα υπάρχει πλέον κάτι να προσθέσω, αλλά όταν δεν θα μπορώ να βρω τίποτα να αφαιρέσω.

9) Δεν θα μετανιώσω ποτέ για τις φορές που σταμάτησα να μιλάω πριν ο άλλος σταματήσει να ακούει. Αν μετρήσω τις υπόλοιπες θα γεράσω μετρώντας.

8) Η ζωή μου έμαθε πως, όταν δεν είναι απαραίτητο να πάρεις μιαν απόφαση, είναι απολύτως απαραίτητο να μην πάρεις καμιά απόφαση.

7) Γνώρισα πολλούς ανθρώπους που αγνοούν τις δυνατότητές τους. Είναι σαν μια πεταλούδα που πάντοτε ζούσε μέσα σε ένα κλειστό βάζο. Όταν το βάζο ανοίξει η πεταλούδα παραμένει μέσα γιατί κανείς δεν της είπε ότι μπορεί να πετάξει.

6) Το να ζεις πραγματικά δεν έχει σχέση με το πόσες φορές ανέπνευσες αλλά με το πόσες φορές κάποιο σημαντικό γεγονός σου έκοψε την ανάσα. Εμένα με τρέξανε καμιά δεκαριά φορές στα νοσοκομεία γι αυτό το λόγο.

5) Αν ένα πρόβλημα έχει λύση, τότε γιατί να ανησυχείς; Αν ένα πρόβλημα δεν έχει λύση, τότε γιατί να ανησυχείς;

4) Η συγγνώμη τελικά είναι πολύτιμη. Γι’ αυτό δεν είναι για όλους. Όσο τη σπαταλάω σε άτομα που δεν την αξίζουν, τη στερώ από εκείνους που πραγματικά τη χρειάζονται. Μάλλον έχω να ξεπληρώσω περισσότερα δάνεια απ’ όσα νομίζω.

3) Μου είπαν: «Ποτέ μην δικαιολογείς τις πράξεις σου. Οι φίλοι σου δεν χρειάζονται κάτι τέτοιο και οι εχθροί σου δεν θα σε πιστέψουν ούτως ή άλλως». Δεν τους πίστεψα και ξόδεψα τις μισές μου λέξεις άσκοπα.

2) Η διαφορά της θεωρίας βέβαια, από την πράξη, είναι πολύ μικρή στη θεωρία αλλά πολύ μεγάλη στην πράξη.

1) Τελικά δεν είμαι παρά ένας ακόμα μέτριος βλάκας, εφευρετικός στους προλόγους, κοινότυπος στο κυρίως θέμα, και εξαιρετικά ταλαντούχος στους πομπώδεις επιλόγους.

...








.



* Να με συμπαθάτε κύριε Σελιτσάνε για τα ορθογραφικά.
Η συγκίνηση βλέπετε...




.

Είμαι ένας μικρός τοσοδούλης θεός, ίσα που φαίνομαι, τα βράδυα προσπαθώ να κάνω θόρυβο για να μ’ ακούνε οι περαστικοί και να μη με πατήσουν καταλάθος και σπάσω, γιατί τότε θα γεμίσει ο κόσμος ομορφιά και γλύκα, και ποιος άραγε μπορεί ν’ αντέξει τόση ευτυχία, παρεκτός απ’ τον ζητιάνο εκείνον που κάθε μεσημέρι μου χτυπάει την πόρτα κι εγώ του δίνω ένα πιάτο φασολάδα, το ίδιο κάθε μέρα, κι εκείνος χαμογελάει τόσο πλατιά που ξεγέλασε και πάλι το θάνατο, τόσο πλατιά που φαίνονται όλα τα σάπια δόντια του με σκαλωμένες τις δύσκολες λέξεις ανάμεσά τους και χωρίς οδοντογλυφίδες να τα καθαρίσει, ή πάλι άλλες φορές σέρνομαι δίπλα σε νάρκες, σαν σαλιγκάρι που βρήκε επιτέλους έναν δρόμο πιο υγρό από τα όνειρά του, να ιδρώνει ανενόχλητο, κι εκείνες σκάνε στα μούτρα μου και θραύσματα με σχήματα αλλόκοτα σκίζουν τη σάρκα μου, έτσι που οι λέξεις μου χύνονται όλες από τις ανοιχτές πληγές και ποτίζουνε τη στείρα γη τριγύρω, οπότε εγώ, πιο ελαφρύς κι από τότε που ήμουν μια σελίδα αναγνωστικού, αιωρούμαι πάνω από στρατιωτικά αεροδρόμια και σιγά σιγά αναλήπτομαι, ώσπου ένας χρυσαετός έρχεται απ’ το πουθενά, με αρπάζει με τα πελώρια νύχια του και με πετάει από ψηλά πάνω στη φωλιά του, τροφή για τα μικρά του αετόπουλα, κι εγώ γαληνεύω τότε, γιατί...

...πότε άλλοτε να νιώσεις σπουδαίος
αν όχι τη στιγμή που ταΐζεις ένα παιδί που πεινάει;


παράξενο μπλε έχει η θάλασσα σήμερα...


Σε μια άβολη καρέκλα μεταλλική αεροδρομίου, φορές φορές χωρίς λόγο, χωρίς ταξίδι να πάω, μόνο μ’ αυτή τη γεύση του καφέ της αναχώρισης στα χείλη.

Σ’ έναν κακοφωτισμένο άσχημο διάδρομο νοσοκομείου που βρωμούσε εγκατάλειψη, να ακούσω ένα “εντάξει, την γλίτωσε”, κι η καρδιά μου να χτυπάει στο ρυθμό της λάμπας φθορίου που αργοπεθαίνει πάνω από τον τελευταίο φοριαμό στο βάθος.

Σε μια στάση λεωφορείου ξημερώματα μαζί με τους νυχτοφύλακες που σχολούσαν, να πάω να δώσω κίνηση σε άψυχα μηχανήματα, τελευταίους αυτόπτες μάρτυρες μιας βιοτεχνίας που άσθμαινε σ’ αυτήν την κακοτράχαλη πορεία προς την ανυπαρξία.

Σε μια αίθουσα αναμονής πολυϊατρείου, μ’ ένα ταβάνι τόσο χαμηλό που ίσα να φτάνει στα κομένα μου γόνατα, να με σκεπάζει και να με απειλεί πως δεν θ΄ακούσω ποτέ το “οι εξετάσεις σας είναι μια χαρά”.

Σ’ ένα άδειο τηλέφωνο μπροστά, σχεδόν ικετευτικά, σε στάση εμβρύου να παρακαλάω για ένα “μου ‘λειψες”.

Σ’ ένα φθαρμένο γκρι παλτό μέσα, καπνίζοντας τα τελευταία μου δέκα τσιγάρα, για άλλη μια συγγνώμη που δεν πρόλαβα να πω.

Σ’ ένα σπίτι από άχυρα, τη φωτιά να πλησιάζει, χωρίς μια αντιπυρική ζώνη μέχρις όπου φτάνει το μάτι.

Σ’ ένα ταξίδι, με λευκό εισητήριο. Άγραφο πριν καν το αγοράσω...


Επειδή:
- Όλοι μου έλεγαν στο προηγούμενο ποστ για το πόσο δυνατά βαράω τα πλήκτρα, κι όχι για την εξαίσια φωνή μου,
- Είναι το μοναδικό ντοκουμέντο στο οποίο μπορείτε να την ακούσετε καθαρά (τη φωνή μου),
- Είμαι πολυτάλαντο άτομο και ασχολούμαι ΚΑΙ με τη μουσική,
- Είμαι εντέλει μεγάλη ψωνάρα,

σας έχω εδώ πέρα ένα ωραίο τραγουδάκι που έγραψα όταν ήμουνα μικρός (πρόπερσι δηλαδή). Είναι ένα νανούρισμα, ή μάλλον θα ‘θελα να ήταν, ή μάλλον... ένα όνειρο, ή μάλλον...

καλύτερα να ανακαλύψετε μόνοι σας:



Στίχοι: SPY
Σύνθεση – Ενορχήστρωση: SPY
Φωνητικά: SPY
Δήμητρα Μαστορίδου
.
.
.
.
.
.

Απαραίτητη διευκρίνιση:

Παρακαλούνται οι αξιότιμοι αναγνώστες που διαβάζουν από τα γραφεία τους, και παραπονιούνται συνήθως πως δεν έχουν ήχο, να μην απελπίζονται.

Το παρακάτω βίντεο μπορείτε να το απολαύσετε κάλλιστα και ΧΩΡΙΣ ήχο.

(απλά με ήχο έχει πιο πολύ πλάκα...)


Υπήρξα υπεροπτικά ρατσιστής
στο προηγούμενο ποστ.
“Κι αν κάποιος δεν ξέρει αγγλικά;”
σκέφτηκα σήμερα.

Για την αποζημίωσή σας λοιπόν, παραθέτω εδώ την ελληνική μετάφραση έτσι ακριβώς όπως την μετέφρασε το εγκυρότατο μεταφραστήρι babelfish της Yahoo:

“Αυτό είναι μια θέση που αντιπροσωπεύει ΑΚΡΙΒΩΣ η θέση της ζωής μου, για τις προηγούμενες λίγες μήνες.
Όλα φαίνονται να είναι στο λάθος πλευρά.

Οι επισκέπτες και οι συνηθισμένοι σχολιαστές παρακαλούνται
για να αφήσει ένα χρήσιμο μήνυμα (στην άλλη σελίδα, ξέρετε…)
εάν θα κατορθώσουν να διαβάσουν αυτήν την θέση
χωρίς να γυρίσει το όργανο ελέγχου τους ανάποδα.
Εάν όχι, αυτός τους σημαίνει σχετικά με μη ενήμερο για τη σφαιρική κρίση.


Ο Θεός Μαΐου μας βοηθά!


Αριστούργημα!
(δεν ξαναγράφω ποστ, θα βάζω το babelfish να τα γράφει...)
.
.
.
.
.
.
.
.

¡sn dlǝɥ poƃ ʎɐɯ

˙sısıɹɔ lɐqolƃ ǝɥʇ ɟo ǝɹɐʍɐ ʇou ǝɹ‘ʎǝɥʇ suɐǝɯ ʇɐɥʇ 'ʇou ɟı
˙uʍop-ǝpısdn ɹoʇıuoɯ ɹıǝɥʇ ƃuıuɹnʇ ʇnoɥʇıʍ
ʇsod sıɥʇ pɐǝɹ oʇ ǝƃɐuɐɯ llıʍ ʎǝɥʇ ɟı
(…ʍouʞ noʎ 'ǝƃɐd ɹǝɥʇo ǝɥʇ uı) ǝƃɐssǝɯ lnɟdlǝɥ ɐ ǝʌɐǝl oʇ
pǝʇsǝnbǝɹ ʎlpuıʞ ǝɹɐ sɹǝʇuǝɯɯoɔ lɐnsn puɐ sɹoʇısıʌ

˙ǝpıs ƃuoɹʍ ǝɥʇ ʇɐ ǝq oʇ sɯǝǝs ƃuıɥʇʎɹǝʌǝ
˙sɥʇuoɯ ʍǝɟ ʇsɐd ǝɥʇ ɹoɟ 'ǝɟıl ʎɯ ɟo snʇɐʇs ǝɥʇ
ʎlʇɔɐxǝ sʇuǝsǝɹdǝɹ ʇɐɥʇ ʇsod ɐ sı sıɥʇ

Την αγαπάω τη γυναίκα μου.
Πολύ.
Κι εκείνη μ’ αγαπάει.
Μάλλον.
Από τότε δε που μάθαμε πως θα έρθει στον όμορφο αυτόν αγγελικά πλασμένο κόσμο το παιδί μας, η κόρη μας, κάτι μέσα μας κάνει αυτή τη σχέση να φουντώνει, να θεριεύει, και να ανθίσταται σε κάθε πειρασμό και κάθε δολιοφθορά.

Έτσι, εχθές, μετά το μακελειό στο υπόγειο, η γυναίκα μου έδιωξε άρον άρον τη Σβετλάνα, που τη βοήθησε στο στυγερό της έγκλημα, και με τα ρούχα γεμάτα αίματα ήρθε στον καναπέ όπου εγώ αμέριμνος διάβαζα το τελευταίο τεύχος του “Παιδί & Νέοι Γονείς”. Tα χέρια της, βουτηγμένα στο βαθυκόκκινο υγρό, τυλίχτηκαν νωχελικά γύρω από τους ώμους μου και με τρυφερή φωνή μου ψυθίρισε: «Μωρό μου, κουράστηκα, μπορείς να μου τρίψεις λίγο την πλάτη;” σκορπώντας ταυτόχρονα πιτσιλιές ολόγυρα στο σαλόνι. Καθώς χάιδευα απαλά το στιλπνό της δέρμα προσπαθώντας να την ανακουφίσω, ένα υγρό και πλαδαρό “Σπλατς!” ακούστηκε από το υπόγειο. Γύρισα απότομα να αφουγκραστώ καλύτερα, αλλά εκείνη εξωφρενικά ήρεμα μου είπε: «Μην ανησυχείς, θα έπεσε η συκωταριά από τον πάγκο...»

Μετά από λίγο, και αφού όλοι νιώθαμε καλύτερα και πιο χαλαρά, κατέβηκα στο υπόγειο να ανάψω το θερμοσίφωνο για να κάνει εκείνη ένα ντουσάκι, γιατί αλλιώς μάλλον θα χρειαζόταν σύντομα να ξαναβάψουμε το σπίτι, μιας και οι λιλά τοίχοι δεν είναι και τόσο ωραίοι με μπορντοροδοκόκκινες πιτσιλιές επάνω τους. Δεν ταιριάζουν και με τις κουρτίνες που είναι ριγέ. Έτσι όπως άναψα το φως στο διάδρομο, δεν γινόταν να μην παρατηρήσω μια λίμνη αίματος που είχε σχηματιστεί έξω από την πόρτα του πλυσταριού. Έσπρωξα απαλά, κι ένα ανατριχιαστικό “Σκκκρρριτττσσς” μου αποκάλυψε τα hard evidence του διαπραχθέντος φονικού.

Πάνω στον πάγκο ένα άψυχο γυναικείο κορμί, στραγγιγμένο από όλα τα υγρά του, προσπαθούσε να ισορροπήσει ανάμεσα σε εργαλεία κηπουρικής και άπλυτες κάλτσες και σώβρακα. Το αριστερό χέρι της άτυχης νοσοκόμας, ταλαντευόταν σαν εκκρεμές στο πλάι του πάγκου, ενώ οι ξεσκισμένες φλέβες της είχαν αδειάσει το περιεχόμενό τους παντού ολόγυρα δίνοντας μια βαθυκόκκινη απόχρωση στο μέχρι πρότινος γαλάζιο πλυσταριό. Στο σημείο που κάποτε ήταν η κοιλιά της, έχασκε τώρα μια τεράστια τρύπα και όλα τα εντόσθια κρέμονταν ανήμπορα από τις όχθες αυτού του κόκκινου ηφαιστείου, που μόλις και συγκρατούσε στο κέντρο του λίγο πηγμένο πια αίμα και το σκουλαρίκι από τον αφαλό της κοπέλας. Τα άντερα μαζί με τη σκωληκοειδίτιδα είχαν κυλήσει μέχρι το δάπεδο και είχαν φτιάξει έναν εντελώς σουρρεαλιστικό πίνακα ζωγραφικής, έτσι όπως είχαν μπερδευτεί ακανόνιστα με τη σφουγγαρίστρα.

Άκουσα τον απορροφητήρα από την κουζίνα επάνω να ξεκινάει, κι ένα ελαφρύ τσιρτσίρισμα δήλωνε πως κάποιο τηγάνι ετοιμαζόταν για το βραδυνό μας.


Δεν έχασα καιρό. Άρπαξα το κλαδευτήρι που έχω για τους θάμνους κι άρχισα να τεμαχίζω το άψυχο κορμί. Όχι τυχαία όμως. Είχα σχέδιο. Έκοψα πολύ προσεκτικά τον λαιμό της κοπέλας. Μετά τα χέρια: στην αρχή τους καρπούς και μετά τους αγκώνες και τους ώμους. Κάθε κομμάτι που αποσυνδεόταν από τον κορμό το πέταγα πρόχειρα σε μια λεκάνη με τα swiffer που έχουμε για τα έπιπλα. Τα γόνατα ήταν αρκετά σκληρά κι έτσι χρειάστηκε να τα λιανίσω πρώτα μ’ ένα τεράστιο μεταλλικό σφυρί που το είχα για να σπάω πλακάκια. Μετά σχολήθηκα με τον κορμό. Μ’ έναν ελβετικό σουγιά που είχα πρόχειρο εκεί δίπλα, άρχισα να αφαιρώ ένα ένα, το στομάχι, το πάγκρεας, τους πνεύμονες, την καρδιά, φροντίζοντας ταυτόχρονα να τα καθαρίζω από όλες τις περιττές πέτσες και ξύγκια που ήξερα ότι αυξάνουν δραματικά τη χοληστερίνη.

Τελευταίο άφησα το κρανίο. Πήρα μια οδοντωτή λίμα από την κασέλα με τα σιδηρικά, κι άρχισα να πριονίζω σιγά σιγά το σκληρό κέλυφος. Έφτιαξα μια τέλεια περιφέρεια και με χειρουργικές κινήσεις αφαίρεσα το οστό. Ο εγκέφαλος της νοσοκόμας μου αποκαλύφθηκε σε όλο του το μεγαλείο, το οποίο εδώ που τα λέμε, δεν ήταν και τόσο μεγαλείο. Τον έπιασα πολύ απαλά, όπως πιάνεις ας πούμε ένα βρέφος, και τον απόθεσα σε ένα μικρό μπωλάκι που είχαμε για τα μανταλάκια. Έσβησα το φως κι ανέβηκα επάνω.

Το τηγάνι τσιρτσίριζε ακόμα πιο έντονα τώρα. Ακούμπησα την μικρή λεκάνη με τα εντόσθια στον πάγκο, κι άνοιξα το πάνω δεξιά ντουλάπι. Έβγαλα πάπρικα, κολίανδρο, θυμάρι, πιπέρι καγιέν, σκόνη μουστάρδας, κάρρυ, έναν μύλο για πολύχρωμα πιπέρια και δύο δαφνόφυλλα. Η γυναίκα μου με κοίταξε λαίμαργα. «Γιατί δεν πας να “τακτοποιήσεις” λίγο μέσα» της είπα, κλείνοντάς της το μάτι πονηρά. Πήγε.

Είχα καιρό να μαγειρέψω τόσο νόστιμο κρέας. Μυρωδιές ξεχασμένων παντοπωλείων από την Πόλη αναδύονταν στον αέρα καθώς γύριζα πλευρό στο κρέας μέσα στο τηγάνι. Άνοιξα μια μπύρα κι αναστέναξα. Δυστυχώς, έπρεπε να τ’ αφήσω λίγο περισσότερο απ’ όσο θα ‘θελα στη φωτιά, γιατί ο γυναικολόγος μας είπε πως τώρα που είναι έγκυος η γυναίκα μου δεν κάνει να τρώει σχετικά ωμά κρέατα. Πρέπει πάντα να είναι καλοψημένα. Ας όψεται. Μετά τον Μάϊο θα ντερλικώσω...

Όταν μετέφερα την πιατέλα με τα εδέσματα στην τραπεζαρία, ένα πολύ ρομαντικό σκηνικό με περίμενε. Πάνω στο τραπέζι υπήρχαν δυο καινούργια κηροπήγια, σε μέγεθος ανθρώπινου χεριού και σχήμα χούφτας. Μέσα τους έλιωνε νωχελικά από ένα λευκό κερί στο καθένα, σκορπώντας ένα ζεστό φως σε όλο τον χώρο. Στη ραφιέρα πίσω μου, όλα τα βιβλία ήταν στη θέση τους όρθια πλέον, καθώς δύο βιβλιοστάτες, σαν αγκώνες λυγισμένοι, τα στήριζαν γερά να μην πέσουν. Το τζάκι είχε φουντώσει για τα καλά, και μόλις που μπόρεσα να διακρίνω το περίεργο σχήμα ανθρώπινου ποδιού που είχαν τα πάνω πάνω κούτσουρα. Ένα περίεργο άρωμα ερχόταν από ‘κει, συστατικό κι αυτό της υπέροχης ατμόσφαιρας, για την ντελικατέσσεν βραδυά που θα ακολουθούσε.

Φάγαμε αργά και απολαυστικά. Με λίγο φρέσκο ψωμί που είχαμε ψήσει στο τζάκι λίγο πιο πριν, σκουπίσαμε και την τελευταία σταγόνα της σκούρας σάλτσας από τα πιάτα μας, ξεχνώντας για λίγο το αριστοκρατικό μας παρελθόν και τους κανόνες του σαβουάρ βιβρ. Μια γουλιά κόκκινο κρασί κύλησε κελαριστά στους ουρανίσκους μας.

Όταν τελειώσαμε της ζήτησα συγγνώμη για λίγο και βγήκα στον κήπο για ένα τσιγάρο. Τράβηξα μια βαθειά τζούρα βραδινού υγρού αέρα βορείων προαστείων, και άλλη μία από το τσιγάρο. Γύρισα κι είδα τα φώτα να λιγοστεύουν μέσα στο σπίτι. Πέντε λεπτά αργότερα, όλα ήταν στη θέση τους, κι εκείνη, μ’ ένα διάφανο μαύρο προκλητικό νυχτικό, με περίμενε νωχελικά στην άκρη του κρεβατιού. Η θεόρατη κοιλιά της και τα πρησμένα της στήθη μου δημιούργησαν υπερχείλιση τεστοστερόνης. Ξάπλωσα δίπλα της κι έσβησα το φως.

Λίγο πριν μπω μέσα της, μια σκέψη φτερούγισε στο μυαλό μου, και μ’ έκανε να χαμογελάσω λαίμαργα.

«Την Κυριακή θα φτιάξω παϊδάκια...»
.
.
.
.
.
.
.
.
.



Η γυναίκα μου ανακάλυψε τη νοσοκόμα!


(πάλι καλά που είχα βάλει κάμερα στο πλυσταριό και είδα το ντοκουμέντο,
αλλιώς θα έτρωγα σπληνάντερο φλαμπέ για βραδυνό...)



Άμα ζηλεύει ο άνθρωπος...
.
.
.
.
.
.
.
.



Τρεις μέρες τώρα, είμαι εντελώς χάλια.

Έχω 48 βαθμούς πυρετό κι έχω βγάλει τόση μύξα, που αν την αναμείξω με άμμο και χαλίκι, χτίζω άνετα εξοχικό στο Σούνιο.

Πήρα λοιπόν αποκλειστική.
Τώρα είμαι λίγο καλύτερα. Λίγο όμως.

Λέω να την κρατήσω για καμιά βδομάδα ακόμα...
.
.
.
.
.
.



Σε παρακαλώ πολύ,
στείλε μου ουρανοκατέβατα 941.046,30 ευρώ...
(μη γελάτε, τα έχω υπολογίσει: 678.546,30 ευρώ που χρωστάω στις τράπεζες, μαζί με τους τόκοι, 54.000 ευρώ που είναι τα έξοδα του παιδιού, από μαιευτήριο μέχρι Χάρβαρντ, 5.000 ευρώ να πάρω μερικά φορέματα και σε Εκείνη που ‘χει να δει καινούργιο ρούχο από τη μέρα που με γνώρισε, 1.300 ευρώ να βάλω βενζίνη στο Cherokee και στο σκάφος μπας και πάμε καμιά βόλτα, 2.200 ευρώ να πάρω καινούργιο laptop, και καμιά 200αριά χιλιάδες για επενδύσεις)

κι εγώ θα κόψω τα ναρκωτικά, τα γένια μου, τα μακροσκελή ποστ,
τις τσουκνίδες απ’ τον κήπο και τις ειδήσεις του ALTER.

Αμήν
.
.
.
.
.
.
.
.
.



ΟΚ.

Εισητήρια. Σακ βουαγιάζ. Μαγιό. Αντηλιακό.

(να μη ξεχάσω να πληρώσω και το ρεύμα, μη γυρίσω και δεν έχουμε air-condition, δεν υποφέρεται το καλοκαίρι σ’ αυτήν την κωλόπολη, και να πάρω και εισητηρία για τους Depeche Mode)

Βιβλία. iPod. Λεξικό. Panama Hat.

(να δώσω και σε κάποιον τα κλειδιά του βλογ, να έρχεται που και που να μου το ποτίζει να μην ξεραθεί, κι άντε μετά να ψάχνω για περικοκλάδες να ξαναφουντώσει)

Κινητό. Σώβρακα. Βερμούδες. Ρακέτες.

(να πω και στη δόλια τη μάνα μου ότι θα φύγω, ότι θα πάω στα καράβια, να μην ανησυχεί, θα καταλάβει, τι διάολο; τόσες μέρες έχω να της πάρω κρέας, δε μπορεί, θα το ‘χει καταλάβει πως είμαι άφραγκος)

Άφτερ σέιβ. Ξυριστική. Προφυλακτικά. Laptop.

(να πω και στη γυναίκα μου να με πάρει ένα τηλέφωνο καμιά βδομάδα πριν γεννήσει, μην έρθω στο σπίτι και δω τον κουμπάρο να ταϊζει το παιδί, ένα εγκεφαλικό θα το πάθω...)

Τα σύνεργα της δουλειάς.



Τα ‘χω όλα; Τα ‘χω.

Εντάξει.
Πάω.

Τα λέμε, ε;


*Sorry φίλε apos. Εσείς δεν έχετε τέτοια στην Αργεντινή...
.
.
.
.
.
.
.
.
.

Φόρεσα την καλή μου ομπρέλα και βγήκα στο μπαλκόνι. Από κάτω η πόλη μούγκριζε παγιδευμένα σύμφωνα σε δόντια ψευδών. Τι σκοτεινή ημέρα! Σαν κι αυτές που περιφέρονται ατελέσφορα σε σκονισμένα ημερολόγια παλιών στρατιωτικών. Σαν κι αυτές, πάλι, που τόσα κορίτσια ζωγράφισαν στο μπράτσο τους και μετά κατέβασαν το μανίκι απο ντροπή, μέσα σε εκκωφαντικές σιωπές που κατακλύζουν τα μουντά απογεύματα τα παιδικά τους δωμάτια.

Το δέρμα μου δεν μ’ άντεχε. Το γδύθηκα, να το λυτρώσω, κι έριξα πάνω μου πρόχειρα ένα παλιό πανωφόρι, απ’ αυτά που τάιζα μυστικά στην παλιά αποθήκη του παππού. Κατέβηκα πολλές ρημαγμένες σκάλες. Μπήκα στο μυστικό μου αυτοκίνητο, που το κρύβω καλά τα βράδια να μην το φάνε τα σκυλιά, και πάτησα ελαφρά το γκάζι.

Γύρω, ούτε μέλισσες, ούτε χελιδόνια. Ούτε και βήματα τρελλών που συναντώ τα μεσημέρια τυλιγμένους σε εφημερίδες, να κάνουν πως διαβάζουν για να μην τους καταλάβει ο χειμώνας και μείνει κι άλλο...

Μόνο ήχοι λασπωμένοι που όταν μεγαλώσουν θα γίνουν soundtrack σε ταινίες του David Lynch, δέντρα νωτισμένα μέχρι μέσα τη μυρωδιά της Κυριακής, άσφαλτος κακοτράχαλη για να γρατσουνάς τα γόνατά σου όταν παίζεις «μήλα»...

Ένα μπλε σκοτεινό σαν το βλέμα του Max von Sydow στον “Πέλε τον κατακτητή” απλωνόταν ένα γύρω, και μια λεπίδα κίτρινη και αρρωστιάρα του χαράκωνε τις αρτηρίες, σαν σημάδι πως θα ζούμε για πάντα...



.
.
.
.
.
.

Achtung!
Ακολουθεί βαριά κοινωνικοπολιτικό ποστ.
Παρακαλούμε να απομακρύνετε τα παιδιά, τους γέροντες,
και όλες τις ευαίσθητες ομάδες πληθυσμού από την οθόνη σας.



Τσουρέκια μας τα έχουν κάνει με ΤΗΝ κρίση!
Εγώ προσωπικά δε βλέπω καμία κρίση πουθενά. Όχι τουλάχιστον με την έννοια που της δίνουν τα media. Κρίση ιδεών βλέπω, πολιτικής βλέπω, ταυτότητας ναι, κρίσεις στο στρατό και στην αστυνομία, μάλιστα. Οικονομική κρίση όμως...;

Και για να το πιάσουμε από τη βάση του: είναι προφανές ότι μεγάλες πολυεθνικές εταιρίες, παγκόσμιοι πρώην οικονομικοί κολοσσοί, έχουν πάθει τεράστιες ζημιές λόγω της πτώσης των πωλήσεών τους. Που προέρχεται είτε από την πτώση της αγοραστικής δύναμης των πελατών τους λόγω ακρίβειας, είτε από το φόβο του κόσμου να κάνει ασύστολες αγορές εν όψει δυσοίωνων οικονομικών προβλέψεων. Όλα αυτά ισχύουν, αλλά τι με νοιάζει εμένα; Εδώ ισχύουν; Όχι. Στο εξωτερικό ναι. Άντε να δεχθώ ότι ισχύουν και για τις μεγάλες πολυεθνικές που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα. Και πάλι όμως: τι με νοιάζει εμένα; Μέτοχος είμαι;

Ίσα ίσα που επιτέλους έχουμε αρχίσει και βλέπουμε τις τιμές διαφόρων προϊόντων να πέφτουν δραματικά. Αυτοκίνητα, ακίνητα, είδη τεχνολογίας, gadgets, όλα αυτά που το πάλαι ποτέ ονομάζαμε είδη πολυτελείας. Οι τιμές τους έχουν πέσει τόσο πολύ σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα, που αρχίζεις και αναρωτιέσαι (αν είσαι σχετικά υποψιασμένος) μήπως ήσουν εντελώς μαλάκας όταν αγόραζες την 32άρα σου (για τηλεόραση μιλάμε) 1.000 ευρώ και βάλε, πέρυσι τέτοια εποχή, ενώ σήμερα πωλείται 300 στα ψιλικατζίδικα.

Ακόμα, ακούω στις ειδήσεις (ΣΚΑΪ) ότι στο εξωτερικό έχουν ήδη εδώ και καιρό ανοίξει καταστήματα, που πουλάνε επώνυμα είδη καθημερινής ανάγκης όπως: απορρυπαντικά, ζωοτροφές, συσκευασμένα τρόφιμα, κ.α. σε τιμές που φτάνουν έως και στο 1/3 των κανονικών που βρίσκεις στα ράφια των super markets, μόνο και μόνο επειδή κάποιοι είχαν την φαεινή ιδέα να αγοράσουν κοψοχρονιά από τα στοκ των μεγάλων πολυεθνικών τα είδη αυτά, ελάχιστες ημέρες πριν από την ημερομηνία λήξης τους, οπότε και θα καταστρέφονταν (θεωητικά τουλάχιστον) από τις εταιρίες. Έτσι τα προσφέρουν στους πελάτους τους στις τιμές αυτές, κι εκείνοι ψωνίζουν σαφώς πιο συνετά αλλά και πιο βραχυπρόθεσμα, εξοικονομώντας σημαντικά ποσά μηνιαίως.

Θα μπορούσα να αναφέρω αρκετά ακόμα παραδείγματα, αλλά νομίζω πως είναι αρκετά. Από την άλλη μεριά, δεν άκουσα πουθενά να γίνεται μείωση μισθού σε κανέναν. Μπορεί πολλοί από εμάς να μην πήραν αύξηση πρόσφατα, αλλά μείωση... δεν...

Οπότε προς τι ο πανικός; Έχουμε τα ίδια (τουλάχιστον) έσοδα, και εάν θέλουμε, λίγο ή πολύ μειωμένα έξοδα. Η αγοραστική μας δύναμη λοιπόν, μάλλον έχει αυξηθεί ή στην χειρότερη έχει παραμείνει αλώβητη. Το πως και αν θα την αξιοποιήσουμε, χρήζει μεγάλης συζήτησης.



Βέβαια...


...


...το ότι είμαι άνεργος εδώ και 4 μήνες,
και δεν έχω κανένα άλλο εισόδημα,
είναι άλλο θέμα.


Μάλλον.



Φωτό άνω: Έβγαλα τη γυναίκα μου στο δρόμο. Τι να κάνω;
.
.
.
.
.
.
.




Φοβερή λιακάδα έξω.









Λέω να βγω να μαζέψω λίγο ήλιο για καβάτζα.









Μόνο, να... φοβάμαι λίγο, να αφήσω μόνο του το βλογ...









Την άλλη φορά είχε πάθει κατάθλιψη και το τρέχαμε στους γιατρούς.









Αλλά...

Τι στην ευχή;









Δεν κάνει κάθε μέρα ήλιο.









Μήπως να το πάρω παζί μου;








Χμμ...









Λέω να πάω...








Θα... θα το πάρω μαζί και θα πάω... Ναι;









Καλά.








Πάω!









...









...









...









...








Εντάξει.
Ωραία ήταν!

Λοιπόν; Τι λέγαμε;
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.



Χρώμα είναι η αίσθηση που δημιουργείται στο μάτι κατά την ανίχνευση
φωτεινής ακτινοβολίας συγκεκριμένου μήκους κύματος, είτε εξ αυτής της φύσεώς του είτε εξ ανάκλασης από επιφάνεια που παρατηρείται.

Το ανθρώπινο μάτι ανιχνεύει μεγάλο εύρος χρωμάτων. Ο διαχωρισμός αυτός γίνεται εκ του γεγονότος ότι οι ακτίνες κάθε χρώματος έχουν συγκεκριμένο μήκος κύματος. Το κόκκινο έχει το μεγαλύτερο και το ιώδες το μικρότερο. Κάποια αντικείμενα είναι χρωματιστά γιατί απορροφούν κάποια χρώματα και ανακλούν κάποια άλλα, για παράδειγμα το γρασίδι ανακλά μόνο το πράσινο χρώμα, ενώ απορροφά τα υπόλοιπα.

Στη Χημεία, τη Βιοχημεία, τη Ζωγραφική και την Τεχνική χρώμα ονομάζεται η οργανική ή ανόργανη ουσία που χρησιμοποιείται στο χρωματισμό επιφάνειας, λεγόμενη και χρωστική ουσία ή βαφή ή κοινώς μπογιά.


Wikipedia: εδώ


Πούτσες μπλε.

Κι αυτό χρώμα είναι, αλλά προτιμώ να το βλέπω ως το συμπέρασμα 40 ετών εμπειρίας. Τόσο μου πήρε (άντε 41 και κάτι ρέστα για τους σχολαστικοί), για να καταλάβω, πως το χρώμα δεν είναι εκεί και σε περιμένει, όπως ας πούμε ένα χοτ-ντογκ στα έβερεστ.

Το χρώμα είναι η σημασία που δίνεις στα γεγονότα, η ψυχική διάθεση όταν εξαρτάται από εσένα, η μουσική που ακούς όταν δεν υπάρχει ούτε ένα ηχείο τριγύρω, το πόσο απαλά πατάς τα πλήκτρα για να γράψεις, οι διαφορετικές χροιές που δίνεις σε ένα “καλημέρα”.

Χρώμα είναι οι μνήμες σου
και το τι φοράς κάτω από τα σεντόνια.

Χρώμα είναι οι παραδοχές σου.




.
.
.
.
.
.

My personal songs:


Land GigsQuantcast

 

Blogger Template | Created by: Spy